Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2011

Ηαπαγωγή!! Μέρος πρώτο!


  Εκείνο το ταξίδι στα πάτρια εδάφη το καλοκαίρι του '78 δεν το είχε σχεδιάσει....ήταν ξαφνικό μετά από ένα τηλεφώνημα....
  Ο κουνιάδος της θα ερχόταν εις "γάμου  κοινωνίαν" και επειδή ο σύζυγος δεν μπορούσε να πάει, έστειλε την γυναίκα του -δέκα  οχτώ χρονών τότε-με τον γιό τους....Το ταξίδι  ήταν χωρίς απρόοπτα και η Canadair έφτασε στην Ελλάδα στις 5 το απόγευμα στο Ανατολικό αεροδρόμιο της Αττικής. Η επιστροφή  προς την πατρίδα της φάνηκε αιώνια. Το μυαλό της γύρισε 3 χρόνια πίσω ,όταν την ίδια διαδρομή έκανε  και τότε,  αλλά  με την Ολυμπιακή προς την αντίθετη κατεύθυνση...
  Όταν έφτασαν πάνω από την Αθήνα-τους ενημέρωσε γι'αυτό ο πιλότος  λέγοντας να προσδεθούν -το κεφάλι της ασυναίσθητα έγειρε προς το παράθυρο του αεροπλάνου. Κοίταξε κάτω την καταγάλανη αττική  θάλασσα, το μεγαλόπρεπο άστυ και ένιωθε να χαμηλώνει τόσο που είχε την αίσθηση πως αν απλώσει το χέρι ,θα πιάσει τα βουνά,τα σπίτια,τους ανθρώπους,θα βυθίσει το χέρι της στην θάλασσα,θα αισθανθεί την δροσιά και την  αρμύρα της. Ανυπομονούσε να προσγειωθούν.Θυμήθηκε πως 3 χρόνια πριν γινόταν  το αντίθετο,κάθε στιγμή που ανοιγόκλεινε τα βλέφαρά της απομακρυνόταν από την πατρίδα,με προορισμό μια χώρα άγνωστη σε αυτήν,σ'ένα μέλλον που από την αρχή είχε φανεί δυσοίωνο.
  Ευχόταν τώρα η επιστροφή να ήταν η "ανταμοιβή"  του τότε ταξιδιού. Το στομάχι της είχε δεθεί κόμπος και γινόταν πιο σφιχτός καθώς έσφιγγε τον μόλις δέκα μηνών γιό της στην αγκαλιά της, μουρμουρίζοντας του ωστόσο στο αυτί, πως ο παππούς και η γιαγιά του -από το μέρος της μάνας του- θα περίμεναν να τον γνωρίσουν. Αυτός ο κόμπος όμως δεν έλεγε να λυθεί, να ηρεμήσει...σκέφτηκε πως ήταν από την άγρια προσμονή να προσγειωθούν και να πάρει την  εσωτερική πτήση που θα την έφερνε πιο κοντά στα αγαπημένα πρόσωπα, πιο κοντά στην δική της πόλη.
  Άκουσε ένα στρίγγλισμα και  επανήλθε στην πραγματικότητα. Το αεροπλάνο είχε μόλις αρχίσει να τροχοδρομεί στον διάδρομο προσγείωσης. Επιτέλους,θα πατήσει ελληνική γη, θα φιλήσει τα ιερά της χώματα, θα δει τον ήλιο που ανατέλλει, που δύει,  τα βουνά, τις θάλασσες, τα ποτάμια, τους ανθρώπους, τους δικούς της ανθρώπους...  
  Ήταν τόσο αθώα σ'εκείνη την ηλικία, παρόλα όσα είχε περάσει, που ακόμα πίστευε πως οι άνθρωποι  που θα έβλεπε, ήταν οι ΔΙΚΟΙ της άνθρωποι. Από την χαρά της δεν σκέφτηκε πως ο κόμπος στο στομάχι ,ήταν πάντα γι'αυτήν κακό σημάδι.Ήταν γι'αυτήν η διαίσθηση του κακού, που την περίμενε μόλις θα πατούσε το πόδι της στα χώματα της πόλης της.
 Το αεροπλάνο σταμάτησε να τροχοδρομεί, ο κυβερνήτης καλωσόρισε  τους επιβάτες στην Ελλάδα, συγκεκριμένα στην  Αθήνα, ευχήθηκε καλές διακοπές και καλή διαμονή... Ήλπιζε το ταξίδι να ήταν ευχάριστο  και ότι θα χαιρόταν αν ξαναταξίδευαν με τον ίδιο και την Canadair.
Άρχισε να προχωρεί προς την έξοδο του αεροπλάνου, κρατώντας πάντα τον γιό της αγκαλιά. Έφτασε στην πόρτα , κοντοστάθηκε και πήρε μια βαθιά ανάσα, αισθάνθηκε να πλημμυρίζει το είναι της με αρώματα, ζέστη, ήλιο, θάλασσα. Να πλημμυρίζει πατρίδα, Ελλάδα. Πόσο της είχε λείψει!!!Μόλις το συνειδητοποίησε.
  Κατέβηκε τις σκάλες γρήγορα-είχαν αρχίσει να σπρώχνουν ανυπόμονα ήδη οι άλλοι επιβάτες-κατευθύνθηκε προς το όχημα που θα τους οδηγούσε στο εσωτερικό του αεροδρομίου,στον έλεγχο διαβατηρίων,στις αποσκευές μα το σημαντικότερο ένα ακόμα βήμα πιο κοντά στην πόλη της, ένα βήμα πιο κοντά στους δικούς της.
  Πήρε τις αποσκευές της και προχώρησε , κρατώντας πάντα αγκαλιά το παιδί της, γελώντας και μονολογώντας, προς τα γκισέ των εσωτερικών πτήσεων....  έδωσε το εισητήριότης και περίμενε να αναγγείλουν  την πτήση της.....
  Το ταξίδι προς την πόλη της διήρκησε μόλις 25 λεπτά....κοιτούσε πάντα απο το παράθυρο, δεν ήθελε να χάσει τίποτα από την ομορφιά που απλωνόταν κάτω από τα πόδια της ή για να είμαστε πιο ακριβείς, κάτω από το αεροπλάνο. Προσγειώθηκαν ,κατέβηκαν και προχώρησε προς την έξοδο.Εκεί που τη περίμεναν οι δικοί της......
  Τους είδε καθώς πλησίαζε και σήκωσε το χέρι να τους χαιρετήσει ,έχοντας στα χείλη ένα χαμόγελο πλατύ. Ο πατέρας της την είδε πρώτος και άρχισε να τρέχει,να την αγκαλιάσει,το ίδιο έκανε και εκείνη. Να, κόντευε να τον φτάσει,να πέσει στην αγκαλιά του,λίγα μόλις βήματα τους χώριζαν . Ξαφνικά ένα εμπόδιο στάθηκε ανάμεσα σ'εκείνη και τον πατέρα της.Ένιωσε τα χέρια της ν'αδειάζουν από το "βάρος" του παιδιού. Η κουνιάδα της είχε μπει  ανάμεσα, είχε αρπάξει το γιό της και έτρεχε προς το ταξί που την περίμενε, φωνάζοντας πως εκείνο το παιδί ήταν δικό τους και με την μάνα του ουδεμία σχέση ήθελαν. 
  Δεν πρόλαβε κανείς ν'αντιδράσει, όλοι έμειναν με τα πόδια καρφωμένα στη γη, άφωνοι, μαρμαρωμένοι. Μέχρι να καταλάβουν  τι είχε γίνει, το ταξί είχε ήδη αναχωρήσει για το χωριό του συζύγου της. Αισθανόταν την γη να γυρίζει ,η όρασή της θόλωσε,το αίμα της πάγωσε,το κορμί της μούδιασε και τα πόδια της άρχισαν να λυγίζουν...Δυο χέρια την συγκράτησαν,την πήραν αγκαλιά,τα χέρια του πατέρα της. Γύρισε και τον κοίταξε, περιμένοντας να της πει πως ήταν ένα άσχημο όνειρο, ένας εφιάλτης....
  Βλέποντας την πληγωμένη του έκφραση,το μούδιασμα όλων των άλλων,κατάλαβε πως μάταια ήλπιζε να ήταν ψέμα. Κατάλαβε πως μόλις  είχαν απαγάγει το παιδί της,το μονάκριβό της.Η φωνή που έβγαλε, φωνάζοντας το όνομα του παιδιού της,  έμοιαζε με ουρλιαχτό άγριου πληγωμένου ζώου.....

   
  


   Απόσπασμα από το ατιτλοφόρητο βιβλίο μου......

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου