Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2011

Ξεφυλλίζοντας το...παρελθόν.....


  Όταν αποφάσισα την ζωή μου να πάρω στα χέρια μου,να κάνω τις δικές  μου επιλογές,σκεφτόμουν πως ίσως η μοίρα μου να άλλαζε....
  Μετά από τόσων χρόνων δάκρυα,πόνου και δυτυχίας,ίσως είχε έρθει η στιγμή να γελάσω,να χαρώ, να ευτυχίσω....
 Πέρασαν μήνες,χρόνια μέχρι να σταθώ στα πόδια μου,να αποκτήσω αυτοπεποίθηση και να δω ξανά τον ήλιο να βγαίνει...
 Φωτεινός και για μένα επιτέλους...με τον ερχομό σου στην ανίερη ζωή μου.....
 Και γέλασα,πίστεψα,χάρηκα ,ευτύχησα...χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν είχαμε και τις κακές στιγμές μας...
 Πίστευα και πιστεύω πως πάντα μου έδινες την αφορμή,την αιτία,να βασανίζομαι....να με βασανίζεις....
 Ίσως ήθελες να δεις πόσο σε αγαπούσα....το είδες και σιγουρεύτηκες....χάρηκες....
  Μα φαίνεται η κακή μου μοίρα, με ζήλεψε...άθελά σου αυτή την φορά με πλήγωσες....με πρόδωσες....με σκότωσες.....
  Φανέρωσες αισθήματα για την πρώτη και μοναδική σου αγάπη...την γυναίκα σου.... αυτή που έλεγες πως δεν αγαπάς πια...πως δεν σε αγαπά ούτε αυτή...πίστεψα στα λόγια σου....
  Ότι αποζητάς αγάπη,συναίσθημα....πράγματα που σου έλειψαν...που στερήθηκες....μα δεν ήταν έτσι ακριβώς...
  Μια οποιαδήποτε αγκαλιά έψαχνες,να μπεις ,να κρυφτείς, να ονειρευτείς....πως αγκαλιάζεις εκείνην......
  Ένα σου "γράμμα" με τα παράπονά σου,τα θέλω σου ,τον έρωτά σου,- που ήθελες να στείλεις μα δεν το έστειλες-και άθελα σου έπεσε στα χέρια μου ,μια εξομολόγηση σε εκείνην,με έκανε να δω αλλιώς τα πράγματα.....
  Το σοκ μεγάλο για μένα....Θέε μου!!τι ντροπή!! Τι κατάντια!  έπεσα από τον ουρανό στη γη....αναγκαστικά ....Ανώμαλη προσγείωση λέγεται στην γλώσσα των ιπτάμενων....
  Και εγώ ήμουν "ιπτάμενη",μα χωρίς βασική εκπαίδευση....ή μήπως ξεροκέφαλη; "πέταξα" χωρίς αλεξίπτωτο....και τώρα; προσπαθώ να μαζέψω τα κομμάτια μου....ποια κομμάτια μου δηλαδή; από τόσο ψηλά που ήμουν μόνο στάχτες απόμειναν....
 Είχα χρόνια να κλάψω......δεν είχα δάκρυα....νόμιζα....τότε τι είναι αυτά που τρέχουν; "Ανόητη!! αίματα είναι....τα δικά σου....μα έχουν σκορπίσει και δεν μπορείς να τα σκουπίσεις....
 Τώρα που πέθανες,που χάθηκες κατάλαβες πως δεν ήσουν άξια για αγάπη....δεν άξιζες να αγαπηθείς"....
  Πόση αλήθεια!! 
  Κανείς ποτέ δεν με αγάπησε...αλήθεια.....φαίνεται κάποια κατάρα σέρνω .....να αγαπώ και να μην αγαπιέμαι......από κανέναν.....ποτέ...ποτέ...ποτέ....
 Όμως εγώ δεν θα συνεχίσω να ψάχνω την αγάπη....δεν θα χωθώ σε κάποια αγκαλιά τρέφοντας μάταιες και φρούδες ελπίδες....όχι πληγώνοντας ανθρώπους....
   Αυτό το αφήνω σε σένα...δικό σου προνόμιο....δική σου επιλογή.......δική σου τακτική.....

Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2011

Η μάχη της ζωής της!


  •   Η  Τζία άρχισε την αποτίμηση της ζωής της με την αναπόληση των γεγονότων. Έπρεπε να δώσει άλλη μια μάχη με τον εαυτό της  και με τα φαντάσματα του παρελθόντος. Ήθελε να ξορκίσει το κακό,να κλείσει τις πληγές που ίσως είχαν μείνει ανοικτές και να σταματήσει την αιμοραγία από τα τραύματά της. Ευχόταν να τα καταφέρει. Αυτά τα φαντάσματα την στοίχειωναν  κάθε μέρα και δεν την άφηναν σε ησυχία. Της τάραζαν τον ύπνο, της έξυναν τις πληγές. Η μάχη προβλεπόταν σκληρή. Το ήξερε πως δεν θα ήταν εύκολο. Μα το τόλμησε, άρχίζοντας με τα πιο ανώδυνα έφτασε στα επώδυνα. Πίστευε πως δεν θα πονούσε τόσο. Πως θα τα  έβλεπε πια αποστασιοποιημένη, δεν θα μάτωνε...γελάστηκε όμως....
  •   Ο πόνος ήρθε οξύς να της θυμίσει πως είναι ζωντανή, πως τίποτα δεν έχει ξεχάσει, μα συνέχισε και συνεχίζει. Σκουπίζει το αίμα από τις πληγές της, δένει πρόχειρα τα τραύματά της και προχωρεί με το κεφάλι ψηλά.. Έχει δώσει πολλές μάχες,έχει κερδίσει μερικές μα τον πόλεμο δεν τον κέρδισε ποτέ.  Σκόνταφτε τυφλωμένη από το αίμα της,μα την σήκωνε  πάλι στα πόδια της η οργή της. Η οργή της επιβίωσης, της αδικίας, της υπερηφάνειας και της αξιοπρέπειας.
  •   Είχε απώλειες σε όλες της τις μάχες. Σοβαρές απώλειες. Τώρα το μόνο που ευχόταν ήταν  στην μάχη αυτή να έχει τις λιγότερες. Να βγει και πάλι νικήτρια,  με το κεφάλι ψηλά. Να διώξει όλα όσα την εμποδίζουν να δει καθαρά, να ξαναβρεί τον εαυτό της, το γέλιο, την χαρά της και τα μάτια της να λάμψουν από ευτυχία. 
  •   Αυτά τα μονίμως μελαγχολικά μάτια έπρεπε επιτέλους να γλυκάνουν  και το  γέλιο της να βγαίνει από την ψυχή της και να φωτίζει το πρόσωπό της. 
  •   Της το εύχομαι ολόψυχα......Κουράγιο Τζία!! Μην  σταματάς αυτή τη μάχη..Τελείωσέ τη!!!Είναι δική σου η μάχη ,δικός σου ο πόλεμος μα δική σου και η νίκη!!!

Η ζωή μας κύκλους κάνει!


  • όταν τίποτα δεν περιμένεις ν'άλλάξει στη ζωή σου
  • όταν  το δάκρυ νομίζεις πως έχει στερέψει,όταν λες δεν πονάω πιά
  • όταν η καρδιά νομίζεις δεν χτυπά και πως το αίμα έχει παγώσει
  • έρχεται κάτι και σου αλλάζει τις θεωρίες σου 
  • αφήνεις ελεύθερο τον εαυτό σου ν'αγαπήσει πάλι
  • το αίμα σου να κυλήσει ζεστό μέσα στις φλέβες
  • η σκέψη σου να ταξιδεύει σ'εκείνον
  • η καρδιά σου να κοντεύει να σπάσει από την προσμονή 
  • πότε θα τον δεις, πότε θα τον αγκαλιάσεις
  • ν'ακούσεις να σου λέει το σ'αγαπώ 
  • και συ να λιώνεις,να πιστεύεις
  • να βρίσκεσαι στον έβδομο ουρανό μαζί του
  • ξαφνικά να αισθάνεσαι πως αιωρείσαι
  • πως είσαι στο κενό, μόνη
  • σ'έχει αφήσει και πέφτεις 
  • πέφτεις......πέφτεις.....πέφτεις
  • και πληγώνεσαι ,πονάς πάλι 
  • και το νιώθεις πως η ζωή μας κύκλους κάνει
  • τίποτα δεν αλλάζει, στα ίδια ξαναγυρνάς...
  • μα λες το έζησα και αυτό
  • έμαθα πως δεν είμαι  μια ζωντανή-νεκρή
  • πονάω,ματώνω,κλαίω
  • άρα ΖΩ!!!!!!!

Δίλημμα!!


  • Καθισμένη στο παγκάκι του πάρκου, σκεπτική,
  • με το βλέμμα απλανές σκεφτόταν τι να κάνει.
  • Ήταν μαζί  κοντά δέκα χρόνια,πέρασαν  καλά μα και δύσκολα
  • Ο έρωτας τους εξανεμίστηκε σαν την πρωινή δροσιά 
  • πάνω στο γρασίδι μόλις βγει ο ήλιος 
  • δεν νιώθει τίποτα να την ενώνει,να την κρατά
  • ερωτεύτηκε κάποιον άλλον,τον αγαπά,τον θέλει
  • θέλει να φύγει μαζί του,να νιώσει πάλι την καρδιά της να χτυπά
  • μα πως να φύγει,πως ν' αφήσει πίσω της 
  • τον άνθρωπο που κάποτε αγάπησε;αν τον αγάπησε...
  • πως ν'αφήσει το "σίγουρο" για να ζήσει μια χείμαιρα;
  • κρυφά τον συναντά, κρυφά τον αγκαλιάζει
  • δεν ξέρει τι να κάνει,τι ν'αποφασίσει
  • και παλεύει με τον εαυτό της,με τα θέλω και τα πρέπει
  • ποιο είναι το σωστό και πιο το λάθος
  • δίλλημα μεγάλο έχει και ποιός να της πει 
  • αυτό είναι το σωστό και όχι τ'αλλο;
  • κορίτσι μου όλα στην ζωή εφήμερα είναι
  • ζήσε την στιγμή,το πάθος ,τον έρωτά σου
  • χωρίς να κρύβεσαι,χωρίς να ντρέπεσαι
  • και αν καταλάβεις πως αργότερα δεν είναι αυτό 
  • που περίμενες τι πειράζει;
  • θα 'χεις ζήσει  την στιγμή, θα έχεις πιει και αυτό το ποτήρι
  • δεν θ'αναρωτιέσαι κάποτε πως θα ήταν, αν το είχες κάνει
  • να μην μετανιώνεις γι'αυτό που επιλέγεις
  • μα για ότι δεν επέλεξες,για ότι δεν δοκίμασες....
  • για αποφάσεις που δεν πήρες........
  • Να τολμάς....η τύχη είναι με τους τολμηρούς!!!

Μα εις μάτην!


ΕΡΧΕΤΑΙ ΚΑΠΟΙΑ ΣΤΙΓΜΗ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΠΟΥ ΑΝΑΛΟΓΙΖΟΜΑΣΤΕ ΟΣΑ ΕΧΟΥΜΕ ΚΑΝΕΙ Η ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΚΑΝΕΙ..
ΚΑΝΟΥΜΕ ΕΝΑΝ ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΚΑΙ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟ....ΠΡΟΣΘΕΤΕΙΣ,ΑΦΑΙΡΕΙΣ,ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΖΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΙΡΕΙΣ......
ΚΑΙ ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΛΕΣ ΤΑ ΒΡΙΣΚΩ ΜΕ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΟΥ,ΝΑ ΕΤΣΙ ΣΤΑ ΞΑΦΝΙΚΑ ΓΥΡΙΖΟΥΝ ΟΛΑ ΑΝΑΠΟΔΑ.....ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΕΣΑΙ ΠΟΥ ΣΤΟ ΚΑΛΟ ΕΚΑΝΕΣ ΛΑΘΟΣ....ΚΑΙ ΝΑ ΠΑΛΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΗ ΟΙ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ......ΚΑΙ ΑΝΑΚΑΛΥΠΤΕΙΣ ΤΟ ΛΑΘΟΣ ΣΟΥ....ΕΙΝΑΙ ΠΟΥ ΤΟΥΣ ΑΦΗΝΕΙΣ ΝΑ ΣΕ ΒΛΕΠΟΥΝ ΣΑΝ ΔΕΔΟΜΕΝΟ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥΣ.......ΚΑΙ ΛΕΝΕ:ΜΙΑ ΧΑΡΑ ΕΙΜΑΣΤΕ....ΤΟΝ ΔΕΣΑΜΕ ΤΟΝ ΓΑΙΔΑΡΟ ΜΑΣ.......ΚΑΙ ΤΟΤΕ ΕΣΥ ΠΟΝΑΣ ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΣΕ ΠΑΤΑΝΕ...ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΣΕ ΞΕΧΝΑΝΕ.......ΠΟΥ ΣΕ ΘΕΩΡΟΥΝ ΔΕΔΟΜΕΝΟ....ΚΑΙ ΤΑ ΒΑΖΕΙΣ ΜΕ ΣΕΝΑ ΠΟΥ ΤΟΥΣ ΑΦΗΣΕΣ....ΚΑΙ ΠΟΝΑΣ ΔΙΠΛΑ......
ΚΑΙ ΜΑΤΩΝΕΙΣ,ΛΙΩΝΕΙΣ,ΠΕΘΑΙΝΕΙΣ........ΚΑΙ ΛΕΣ ΦΤΑΙΩ ΕΓΩ......ΠΟΥ ΑΦΕΘΗΚΑ,ΠΟΥ ΠΙΣΤΕΨΑ,ΠΟΥ ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΗΚΑ,ΠΟΥ ΑΓΑΠΗΣΑ,ΚΑΙ ΔΕΝ ΖΗΤΑΣ   ΕΥΘΥΝΕΣ ΑΠΟ  ΚΑΝΕΝΑΝ ,ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΑΠΟ ΣΕΝΑ.....ΚΑΙ ΔΙΚΑΖΕΙΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙΣ ΕΣΕΝΑ.....ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ ΕΤΣΙ ΚΑΙ ΟΧΙ ΑΛΛΙΩΣ.....ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΕΙΣ ΕΣΕΝΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ......ΠΙΣΤΕΥΟΝΤΑΣ ΠΩΣ ΘΑ ΝΟΙΩΣΕΙΣ ΚΑΛΥΤΕΡΑ.....ΜΑ ΕΙΣ ΜΑΤΗΝ......ΧΕΙΡΟΤΕΡΑ ΠΟΝΑΣ.......ΚΑΙ ΔΕΝ ΞΕΡΕΙΣ ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ......ΝΑ ΛΙΓΟΣΤΕΨΕΙ Ο ΠΟΝΟΣ........ΚΑΙ ΚΛΕΙΝΕΣΑΙ ΜΕΣΑ ΣΕ ΣΕΝΑ......ΠΑΡΕΑ ΜΟΝΙΜΗ ΠΙΑ Η ΜΟΝΑΞΙΑ.......ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΤΙΜΑΣ,ΤΗΝ ΖΗΤΑΣ......

Γυναίκα: μια παρεξηγημένη έννοια ή είναι έτσι;

 ΦΙΛΟΙ ΜΟΥ,ΕΙΧΑ ΜΙΑ ΚΟΥΒΕΝΤΑ ΧΤΕΣ ΜΕ ΚΑΠΟΙΟΝ ΦΙΛΟ ΚΑΙ ΕΤΣΙ ΟΠΩΣ ΞΕΚΙΝΟΥΝ ΑΠΟ ΑΛΛΟΥ ΟΙ ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΧΝΑ ΚΑΤΑΛΗΓΟΥΝ ΑΛΛΟΥ,ΕΤΣΙ ΚΑΙ ΧΤΕΣ ΚΑΤΑΛΗΞΑΜΕ ΝΑ ΣΥΖΗΤΑΜΕ ΓΙΑ ΤΟΝ ΡΟΛΟ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΗΝ ΖΩΗ ΓΕΝΙΚΟΤΕΡΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΖΩΗ ΕΝΟΣ ΑΝΔΡΑ ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ.......ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΥΟ ΜΑΣ ΗΡΘΑΝ ΣΕ "ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ".....ΕΤΣΙ ΛΟΙΠΟΝ ΔΡΑΤΤΟΜΑΙ ΤΗΣ ΕΥΚΑΙΡΙΑΣ ΝΑ ΓΡΑΨΩ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΜΟΥ,ΟΧΙ ΓΙΑ ΝΑ ΑΛΛΑΞΩ ΤΗΝ ΓΝΩΜΗ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ,ΑΛΛΑ ΓΙΑ ΝΑ ΔΙΕΥΚΡΙΝΗΣΩ ΤΗΝ ΘΕΣΗ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ......ΔΕΝ ΕΙΣΤΕ ΥΠΟΧΡΕΩΜΕΝΟΙ ΝΑ ΣΧΟΛΙΑΣΕΤΕ Η ΝΑ ΣΑΣ ΑΡΕΣΕΙ.Η ΝΑ ΣΥΜΦΩΝΗΣΕΤΕ ΟΣΟΙ ΔΙΑΦΩΝΗΤΕ......ΛΟΙΠΟΝ ΚΥΡΙΟΙ ΠΟΥ ΕΧΕΤΕ ΜΙΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ ΑΠΟΨΗ ΣΑΣ ΛΕΩ ΤΑ ΕΞΗΣ:ΜΟΝΟΙ ΣΑΣ ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΜΟΝΕΣ ΜΑΣ ΔΕΝ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΤΕ ΚΑΙ ΟΥΤΕ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΜΕ ΙΣΩΣ ΝΑ ΖΗΣΟΥΜΕ:ΜΗΝ ΞΕΧΝΑΤΕ ΟΜΩΣ ΠΩΣ ΑΠΟ ΓΥΝΑΙΚΑ ΓΕΝΝΙΕΣΤΕ.ΑΥΤΗ ΣΑΣ/ΜΑΣ ΜΕΓΑΛΩΝΕΙ,ΜΑΣ ΑΦΡΟΥΓΚΑΖΕΤΑΙ,ΜΑΣ ΑΓΑΠΑ,ΜΑΣ ΧΑΙΔΕΥΕΙ,ΜΑΣ ΜΑΛΩΝΕΙ ΚΛΠ.....ΕΙΝΑΙ Η ΓΥΝΑΙΚΑ-ΜΑΝΑ....Η ΟΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΟΙΚΙΑΚΗ ΒΟΗΘΟΣ ΣΑΣ{ΠΟΣΑ ΧΡΗΜΑΤΑ ΓΛΥΤΩΝΕΤΕ;}ΜΑΓΕΙΡΙΣΣΑ{ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ-ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΟΤΑΝ ΜΕΓΑΛΩΣΕΤΕ  ΤΗΣ ΜΑΜΑΣ ΣΑΣ ΤΟ ΦΑΓΗΤΟ ΠΕΘΥΜΑΤΕ}ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ{ΣΤΙΣ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ}ΝΟΣΟΚΟΜΑ{ΣΤΟΡΓΙΚΗ,ΠΕΡΙΠΟΙΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΡΟΘΥΜΗ,ΜΕ ΥΠΟΜΟΝΗ,ΠΡΑΓΜΑ ΠΟΥ ΣΥΝΗΘΩΣ ΕΣΕΙΣ ΟΙ ΑΝΤΡΕΣ ΔΕΝ ΦΗΜΙΖΕΣΤΕ ΑΚΟΜΑ ΚΙ Σ'ΕΝΑ ΑΠΛΟ ΚΡΥΟΛΟΓΗΜΑ, ΚΑΝΕΤΕ ΧΕΙΡΟΤΕΡΑ ΚΑΙ ΑΠΟ ΜΙΚΡΑ ΠΑΙΔΙΑ}....ΑΡΡΩΣΤΗ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ,ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΚΑΙ ΔΕΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ-ΜΑΝΑ-ΣΥΖΥΓΟΣ-ΕΡΩΜΕΝΗ....ΑΠΛΑ ΓΙΑΤΙ ΕΧΟΥΝ ΑΛΛΟΙ ΣΕΙΡΑ ΚΑΙ ΔΕΝ ΠΡΟΛΑΒΑΙΝΕΙ ΟΥΤΕ Ν'ΑΡΡΩΣΤΗΣΕΙ.......ΕΙΝΑΙ ΛΟΙΠΟΝ ΚΑΙ ΜΗΤΕΡΑ,ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ,ΔΑΣΚΑΛΑ,ΟΤΑΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΑΙΔΙΑ.......ΣΚΕΦΤΗΤΕ ΤΗΝ ΔΙΚΗ ΣΑΣ ΜΗΤΕΡΑ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ.....ΚΑΙ ΙΣΩΣ, ΛΕΩ ΙΣΩΣ ΚΑΤΑΛΑΒΕΤΕ ΠΩΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΦΕΜΙΝΙΣΤΙΚΟ{ΙΣΩΣ ΜΕΡΙΚΟΙ ΤΟ ΕΚΛΑΒΟΥΝ ΕΤΣΙ}ΜΗΝΥΜΑ.......ΧΑΡΙΣΤΕ ΜΑΣ ΛΙΓΗ ΑΓΑΠΗ,ΛΙΓΟ ΣΕΒΑΣΜΟ ΚΑΙ ΘΑ ΣΑΣ ΤΟ ΑΝΤΑΠΟΔΩΣΟΥΜΕ ΕΙΣ ΕΚΑΤΟΝΤΑΠΛΟΥΝ.......ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ ΣΕ ΟΛΟΥΣ.......

Η καλύτερη μου φίλη, η μοναξιά!

πως μπορεί κάποιος να μπορεί να σε στέλνει στον ουρανό,στα σύνεφφα και μετά απότομα να σε προσγειώνει στη γη.....και μάλιστα χωρίς αλεξίπτωτο.....άντε μετά εσύ να μαζέψεις τα κομμάτια σου και να τα συναρμολογήσεις.....και ν'άρχίσεις απο την αρχή...δεν μπορώ άλλο......δεν αντέχω.......στο χέρι μου είναι να δώσω ένα τέλος....οριστικό αυτή τη φορά.....και να συνηθίσω πάλι στα ίδια.......στην μοναξιά μου....η καλύτερη μου φίλη.....δεν με πρόδωσε,δεν με πλήγωσε ποτέ.........ήταν πάντα εκεί για μένα......

Στην Γιώτα την πριγκίπισσα μου!!


  • ΕΙΝΑΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ 17 ΧΡΟΝΩΝ. ΜΕ ΜΑΚΡΙΑ ΚΑΣΤΑΝΟΞΑΝΘΑ ΜΑΛΛΙΑ,ΜΑΤΙΑ ΠΡΑΣΙΝΑ ΣΑΝ ΤΗΝ ΘΑΛΑΣΣΑ ΤΟΥ ΕΛΥΤΗ,ΣΩΜΑ ΑΛΑΒΑΣΤΡΙΝΟ , ΟΜΟΡΦΙΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΘΕΑΣ. ΑΡΙΣΤΗ ΜΑΘΗΤΡΙΑ,ΑΔΑΜΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ. ΙΔΙΑ ΜΕ ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑ. Η ΔΙΚΗ ΜΟΥ ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑ. ΕΥΑΙΣΘΗΤΗ ΚΑΙ ΣΕΒΑΣΤΙΚΗ. ΕΠΙΜΕΛΗΣ ΣΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΤΗΣ. ΖΕΙ ΣΕ ΕΝΑ ΡΟΖ ΣΥΝΝΕΦΑΚΙ. ΤΟ ΔΙΚΟ ΤΗΣ ΣΥΝΝΕΦΑΚΙ. ΒΛΕΠΕΙ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΜΕ ΑΛΛΑ ΜΑΤΙΑ. ΤΑ ΔΙΚΑ ΤΗΣ ΤΑ ΠΡΑΣΙΝΑ ΚΑΙ ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΧΡΩΜΑ ΤΟΥΣ ΠΡΑΣΙΝΟ ΣΑΝ ΤΗΝ ΕΛΠΙΔΑ,ΕΤΣΙ ΚΑΙ ΑΥΤΗ ΝΟΜΙΖΕΙ,ΠΙΣΤΕΥΕΙ ΠΩΣ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΕΧΕΙ ΕΛΠΙΔΕΣ ΝΑ ΣΩΘΕΙ,ΝΑ ΚΑΛΥΤΕΡΕΥΣΕΙ,ΝΑ ΑΛΛΑΞΕΙ ΠΡΟΣ ΤΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟ.
  • ΝΑ ΖΟΥΝ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΜΟΝΙΑΣΜΕΝΟΙ,ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΨΥΧΗ ΤΟΥΣ ΝΑ ΦΩΛΙΑΖΕΙ Η ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ,Η ΑΓΝΟΤΗΤΑ,Η ΚΑΛΟΣΥΝΗ. ΠΡΟΣΠΑΘΩ ΝΑ ΤΗΝ ΚΑΤΕΒΑΣΩ ΑΠΟ ΕΚΕΙ ΨΗΛΑ ΠΟΥ ΣΤΕΚΕΙ,ΝΑ ΔΕΙ ΤΟΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΚΟΣΜΟ,ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΛΓΗΣΙΑ ΤΟΥ,ΤΗΝ ΚΑΚΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΜΙΣΟΣ,ΤΗΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΔΟΣΙΑ,ΠΡΙΝ ΝΑ ΠΛΗΓΩΘΕΙ,ΠΡΙΝ ΠΕΣΕΙ ΑΠΟΤΟΜΑ ΑΠΟ ΕΚΕΙ ΨΗΛΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΓΕΙΩΘΕΙ ΑΠΟΤΟΜΑ ΣΕ ΜΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΠΙΣΤΕΥΕΙ ΟΤΙ ΥΠΑΡΧΕΙ. 
  • ΝΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΥΛΛΑΞΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΣΗ ΤΩΡΑ ΠΟΥ ΖΩ,ΠΟΥ ΕΙΜΑΙ ΚΟΝΤΑ ΤΗΣ,ΔΙΠΛΑ ΤΗΣ. ΤΩΡΑ ΠΟΥ ΑΚΟΜΑ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΣΚΟΥΠΙΣΩ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΥΧΟΝ ΔΑΚΡΥΑ ΠΟΝΟΥ,Η ΕΡΩΤΙΚΗΣ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΣΗΣ. ΤΩΡΑ ΠΟΥ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΤΗΝ ΚΛΕΙΣΩ ΣΤΗΝ ΑΓΚΑΛΙΑ ΜΟΥ ΚΑΙ ΝΑ ΤΗΝ ΠΑΡΗΓΟΡΗΣΩ. ΣΕ ΕΚΕΙΝΗ ΤΗΝ ΑΓΚΑΛΙΑ ΠΟΥ ΧΩΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΜΩΡΑΚΙ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΝΙΩΘΕΙ ΤΗΝ ΣΙΓΟΥΡΙΑ, ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ. ΣΤΗΝ ΑΓΚΑΛΙΑ ΠΟΥ ΜΠΑΙΝΕΙ ΚΑΘΕ ΝΥΧΤΑ ΓΙΑ ΝΑ ΠΑΡΕΙ ΤΗΝ "ΜΥΡΩΔΙΑ ΑΠΟ ΜΑΝΟΥΛΑ"ΠΟΥ ΕΛΕΓΕ ΑΠΟ ΜΙΚΡΗ ΠΡΙΝ ΠΕΣΕΙ ΓΙΑ ΥΠΝΟ ΚΑΙ ΝΑ ΔΕΧΤΕΙ ΤΑ ΦΙΛΙΑ ΜΟΥ , ΤΗΝ ΚΑΛΗΝΥΧΤΑ ΜΟΥ. 
  • Η ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑ ΜΟΥ ΛΟΙΠΟΝ ΠΙΣΤΕΥΕΙ ΠΩΣ ΘΑ ΣΩΣΕΙ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ. ΠΩΣ ΑΝ ΓΙΝΕΙ ΓΙΑΤΡΟΣ ΟΠΩΣ ΤΟ ΕΠΙΘΥΜΕΙ,ΘΑ ΓΙΑΤΡΕΥΕΙ ΤΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ  "ΑΠΟΡΟΥΣ"ΔΩΡΕΑΝ,ΚΑΤΙ ΠΟΥ ΠΙΣΤΕΥΕΙ ΠΩΣ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ ΟΙ ΓΙΑΤΡΟΙ ΜΙΑΣ ΚΑΙ ΠΙΣΤΕΥΕΙ ΠΩΣ ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΜΑ ΚΑΙ ΟΧΙ ΕΜΠΟΡΙΟ. ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΑΕΙ ΣΤΟΥΣ ΓΙΑΤΡΟΥΣ ΧΩΡΙΣ ΣΥΝΟΡΑ ΚΑΙ ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΕΙ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ.
  • ΜΩΡΟ ΜΟΥ,ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑ ΜΟΥ ΣΟΥ ΕΥΧΟΜΑΙ ΝΑ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΣΟΥ,ΝΑ ΜΗΝ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΕΤΕΙΣ ΠΟΤΕ,ΚΑΙ ΝΑ ΒΡΕΘΕΙ ΚΑΠΟΙΟΣ ΠΟΥ ΝΑ ΕΚΤΙΜΗΣΕΙ ΤΑ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΣΟΥ,ΤΙΣ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΕΣ ΣΟΥ ΚΑΙ ΝΑ ΣΕ ΑΓΑΠΗΣΕΙ ΟΣΟ ΚΑΝΕΙΣ. ΚΑΙ ΑΝ ΚΑΠΟΤΕ ΤΑ ΦΕΡΕΙ ΈΤΣΙ Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΣΕ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΣΕΙ ΑΥΤΗ Η ΙΔΙΑ Η ΖΩΗ, ΜΗΝ ΣΚΥΨΕΙΣ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ. ΜΗΝ ΑΦΗΣΕΙΣ ΝΑ ΣΕ ΞΑΠΛΩΣΕΙ ΚΑΤΩ. ΣΗΚΩ ΚΑΙ ΠΑΛΕΨΕ ΓΙΑ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΣΟΥ ΕΜΑΘΑ,ΓΙΑ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΠΙΣΤΕΥΕΙΣ ΜΕ ΟΠΟΙΟ ΚΟΣΤΟΣ ΚΑΙ ΑΝ ΕΧΕΙ. ΚΑΙ ΑΝ ΣΕ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΣΕΙ ΚΑΙ Ο ΕΡΩΤΑΣ ΠΑΛΙ ΝΑ ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΕΙΣ ΝΑ ΓΙΝΕΙΣ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΗ. ΚΑΙ ΝΑ ΘΥΜΑΣΑΙ  ΟΤΙ ΕΓΩ ΘΑ ΕΙΜΑΙ ΠΑΝΤΑ ΕΚΕΙ, ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΑΝ ΔΕΝ ΖΩ,ΘΑ ΕΙΜΑΙ Ο "ΦΥΛΑΚΑΣ Ο ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΟΥ" ΚΑΙ ΝΑ ΘΥΜΑΣΑΙ ΣΕ ΑΓΑΠΗΣΑ ΠΟΛΥ.

Σελίδα ημερολογίου!!


  •  ΞΥΠΝΗΣΑ ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΠΡΩΙ ΜΕ ΔΙΑΧΥΤΗ ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΣΗ ΟΤΙ ΚΑΤΙ ΚΑΚΟ ΘΑ ΜΟΥ ΣΥΜΒΕΙ ΣΗΜΕΡΑ.....ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΑ ΝΑ ΔΙΩΞΩ ΤΟ ΚΑΚΟ ΠΡΟΑΙΣΘΗΜΑ  ΜΟΥ, ΠΟΥ ΔΥΣΤΥΧΩΣ  ΓΙΑ ΜΕΝΑ ΕΒΓΑΙΝΕ ΠΑΝΤΑ ΑΛΗΘΙΝΟ ΚΑΙ ΠΗΓΑ ΚΑΙ ΕΦΤΙΑΞΑ ΚΑΦΕ......ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΙΠΛΟ ΚΑΙ ΣΚΕΤΟ....ΚΑΘΙΣΑ ΣΤΗΝ ΒΕΡΑΝΤΑ ΜΟΥ,ΑΝΑΨΑ  ΤΟ ΤΣΙΓΑΡΟ ΜΟΥ ΚΑΙ ΕΙΠΑ ΣΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΟΥ....
  • "ΑΠΟΛΑΥΣΕ ΤΟΝ ΚΑΦΕ ΣΟΥ ,ΔΙΩΞΕ ΤΙΣ ΑΡΝΗΤΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΚΑΙ ΘΑ ΔΕΙΣ ΟΛΑ ΘΑ ΠΑΝΕ ΚΑΛΑ".
  • ΜΗΝ ΑΚΟΥΣ ΠΟΥ ΛΕΝΕ  ΟΤΙ ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΘΕΤΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΟΛΑ ΘΑ ΠΑΝΕ ΚΑΛΑ....ΠΑΡΗΓΟΡΙΑ ΣΤΟΝ ΑΡΡΩΣΤΟ ΕΙΝΑΙ. ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΓΙΑ ΜΕΝΑ...ΤΙ ΜΟΥ ΠΗΓΕ ΚΑΛΑ ΕΩΣ ΤΩΡΑ ΓΙΑ ΝΑ ΠΑΕΙ ΚΑΙ ΑΥΤΟ;
  •  ΠΕΡΑΣΕ Η ΩΡΑ....ΩΡΑ ΓΙΑ ΔΟΥΛΕΙΑ....ΑΡΧΙΖΩ ΝΑ ΕΤΟΙΜΑΖΟΜΑΙ ΝΑ ΦΥΓΩ......ΚΛΕΙΔΩΝΩ ΚΑΙ ΡΙΧΝΩ ΤΑ ΚΛΕΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΤΣΑΝΤΑ ΜΟΥ ...ΕΝΑ,ΔΥΟ ,ΤΡΙΑ ΒΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΚΟΝΤΕΥΩ ΣΤΗΝ ΠΟΡΤΑ..ΑΚΟΥΩ ΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ ΝΑ ΧΤΥΠΑ ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΑ....ΔΕΝ ΤΟ ΣΗΚΩΝΩ ΛΕΩ ,ΜΑ ΚΑΤΙ ΜΕ ΚΑΝΕΙ ΝΑ ΓΥΡΙΣΩ ΚΑΙ ΝΑ ΤΟ ΣΗΚΩΣΩ...ΤΟ ΠΡΟΛΑΒΑΙΝΩ ΠΡΙΝ ΚΛΕΙΣΕΙ ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΜΕ ΚΑΛΟΥΣΕ.....ΚΑΙ ΕΥΧΟΜΟΥΝ ΝΑ ΜΗΝ ΤΟ ΕΙΧΑ ΣΗΚΩΣΕΙ....
  • ΘΑ ΜΟΥ ΠΕΙΣ ΚΑΙ ΤΙ Μ'ΑΥΤΟ;ΘΑ ΑΛΛΑΖΑΝ ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ;ΛΕΝΕ ΟΤΙ ΓΡΑΦΕΙ ΔΕΝ ΞΕΓΡΑΦΕΙ....ΔΕΝ ΠΑΕΙ ΕΣΥ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΟΣΕΣ ΘΕΤΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΘΕΣ,ΔΕΝ ΠΑΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΚΑΙ ΝΑ ΛΕΣ ΟΣΕΣ ΠΡΟΣΕΥΧΕΣ ΞΕΡΕΙΣ....ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ....ΑΚΟΥΩ ΛΟΙΠΟΝ  ΜΙΑ ΦΩΝΗ ΓΝΩΡΙΜΗ,ΟΙΚΕΙΑ ΑΛΛΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΣΑ ΝΑ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΩ ΠΟΥ ΤΗΝ ΕΧΩ ΞΑΝΑΚΟΥΣΕΙ....
  • -ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΑΝΝΑ ΜΟΥ ΛΕΕΙ....ΕΙΜΑΙ Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ....."ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΕΩ ΑΠΟ ΜΕΣΑ ΜΟΥ....ΧΡΙΣΤΕ ΜΟΥ ΠΟΥ ΜΕ ΘΥΜΗΘΗΚΕ ΤΩΡΑ";-ΚΑΙ ΛΟΙΠΟΝ ΛΕΩ ΤΙ ΘΕΣ;....- ΝΑ ΣΕ ΔΩ, ΝΑ ΜΙΛΗΣΟΥΜΕ,ΣΕ ΧΡΕΙΑΖΟΜΑΙ....
  • ΣΙΩΠΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΛΕΥΡΑ ΜΟΥ,ΤΟ ΜΥΑΛΟ ΜΟΥ ΤΑΞΙΔΕΥΕΙ ΧΡΟΝΙΑ ΠΙΣΩ......Η ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΟΛΟ ΑΓΩΝΙΑ ΜΕ ΞΑΝΑΦΕΡΕ ΣΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ...
  • -ΜΕ ΑΚΟΥΣ;ΣΕ ΧΡΕΙΑΖΟΜΑΙ.ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΓΚΗ ΝΑ ΣΕ ΔΩ,ΝΑ ΜΙΛΗΣΟΥΜΕ,ΜΗΝ ΜΟΥ ΤΟ ΑΡΝΗΘΕΙΣ,ΚΑΝΕ ΤΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΛΙΟ ΚΑΛΟ ΚΑΙΡΟ,ΜΟΥ ΤΟ ΧΡΩΣΤΑΣ...ΕΞΟΡΓΙΖΟΜΑΙ ΚΑΙ ΒΑΖΩ ΤΙΣ ΦΩΝΕΣ....-ΔΕΝ ΧΡΩΣΤΑΩ ΤΙΠΟΤΑ ΕΓΩ,ΑΝΤΙΘΕΤΩΣ ΕΣΥ ΜΟΥ ΧΡΩΣΤΑΣ ΠΟΛΛΑ,ΜΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΧΡΩΣΤΑΣ ΜΙΑ ΖΩΗ,ΤΗΝ ΔΙΚΗ ΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΜΑΣ,ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΠΟΥ ΕΣΥ ΣΚΟΤΩΣΕΣ  ....ΔΕΝ ΘΕΛΩ ΟΥΤΕ ΝΑ ΣΕ ΞΕΡΩ....
  • ΚΛΕΙΝΩ ΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ ΚΑΙ ΠΕΦΤΩ ΒΑΡΙΑ ΣΕ ΜΙΑ ΚΑΡΕΚΛΑ,ΤΑ ΠΟΔΙΑ ΜΟΥ ΔΕΝ ΜΕ ΚΡΑΤΑΝΕ...ΤΟ ΜΥΑΛΟ ΜΟΥ, ΜΟΥ ΠΑΙΖΕΙ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΣΚΛΗΡΟ....ΜΕ ΓΥΡΙΖΕΙ ΠΙΣΩ....ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ,ΟΤΑΝ ΠΑΙΔΟΥΛΑ ΑΚΟΜΗ ΕΡΩΤΕΥΤΗΚΑ ΤΟΝ ΔΗΜΗΤΡΗ , ΜΕ ΤΥΦΛΩΝΕ Ο ΕΡΩΤΑΣ ΚΑΙ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΣΑ ΝΑ ΔΩ ΤΟ ΑΛΗΘΙΝΟ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟ....ΤΟΤΕ ΠΟΥ ΑΥΤΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΟΛΟΣ ΓΙΑ ΜΕΝΑ.....ΚΑΙ ΚΑΤΕΡΕΥΣΕ ΜΟΛΙΣ ΤΟΥ ΕΙΠΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΠΟΥ ΠΕΡΙΜΕΝΑ....ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΜΑΣ.....ΑΠΟ ΤΟΤΕ ΔΕΝ ΤΟΝ ΞΑΝΑΕΙΔΑ.....ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΤΕΝΑΧΩΡΙΑ ΜΟΥ ΕΧΑΣΑ ΤΟ ΠΑΙΔΙ,ΟΙ ΓΙΑΤΡΟΙ ΑΠΟΦΑΝΘΗΚΑΝ ΟΤΙ ΔΕΝ ΘΑ ΜΠΟΡΕΣΩ ΝΑ ΚΑΝΩ ΑΛΛΟ.......
  • Η ΖΩΗ ΜΟΥ ΠΙΑ ΜΙΣΗ....Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΑΝΑΠΗΡΗ,ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΠΟΥ ΛΑΧΤΑΡΟΥΣΕ ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΒΡΗΚΕ ΜΟΝΟ ΠΟΝΟ.....ΠΩΣ ΠΕΡΑΣΑΝ ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΣΑ ΝΑ ΤΟ ΣΚΕΦΤΩ.....ΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ ΑΡΧΙΣΕ ΝΑ ΚΟΥΔΟΥΝΙΖΕΙ ΠΑΛΙ ΤΡΕΛΛΑ.....ΗΤΑΝ ΠΑΛΙ ΕΚΕΙΝΟΣ.....ΜΕ ΑΓΑΠΟΥΣΕ ΛΕΕΙ ΚΑΙ ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΜΕ ΑΓΑΠΑΕΙ ΑΚΟΜΑ....ΘΕΕ ΜΟΥ ΤΙ ΑΠΑΝΘΡΩΠΙΑ......ΤΙ ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ......ΚΛΕΙΝΩ ΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ ΑΛΛΗ ΜΙΑ ΦΟΡΑ.....ΚΑΤΕΒΑΖΩ  ΤΟ ΑΚΟΥΣΤΙΚΟ ΝΑ ΜΗΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΜΕ ΞΑΝΑΠΑΡΕΙ.....
  • ΤΟ ΚΟΡΜΙ ΜΟΥ ΜΟΥΔΙΑΣΜΕΝΟ,ΔΕΝ ΥΠΑΚΟΥΕΙ ΣΤΙΣ ΠΡΟΣΤΑΓΕΣ ΤΟΥ ΜΥΑΛΟΥ ΜΟΥ....ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΣΗΚΩΘΩ.....ΚΑΤΙ ΣΤΑΓΟΝΕΣ ΠΟΥ ΚΥΛΗΣΑΝ ΑΠΟ ΤΑ  ΜΑΤΙΑ ΜΟΥ, ΣΤΑ ΜΑΓΟΥΛΑ ΜΟΥ ΜΕ ΞΑΝΑΦΕΡΑΝ ΣΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ....ΕΚΛΑΙΓΑ ΝΑΙ,ΓΙΑ ΑΛΛΗ ΜΙΑ ΦΟΡΑ...ΓΙΑ ΕΚΑΤΟΜΥΡΙΟΣΤΗ ΦΟΡΑ Η ΜΗΠΩΣ ΗΤΑΝ ΠΑΡΑΠΑΝΩ;
  • ΣΗΚΩΘΗΚΑ ΚΑΙ ΕΙΠΑ ΤΕΛΟΣ....ΓΙΑ ΚΑΝΕΝΑΝ ΔΕΝ ΑΞΙΖΕΙ ΝΑ ΚΛΑΙΣ.....ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΚΑΙ ΤΑ ΧΑΜΕΝΑ ΣΟΥ ΟΝΕΙΡΑ....ΑΥΤΑ ΝΑΙ ΝΑ ΤΑ ΚΛΑΙΣ...ΤΗΝ ΖΩΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΖΗΣΕΣ ΚΑΙ ΑΥΤΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΞΑΝΑΖΗΣΕΙΣ....ΓΙΑ ΑΥΤΑ ΚΛΑΨΕ,ΜΑ ΟΧΙ ΤΩΡΑ....ΑΡΓΟΤΕΡΑ.....
  • ΒΓΗΚΑ ΑΠΟ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ,ΕΙΧΑ ΑΡΓΗΣΕΙ ΣΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ. ΣΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΟΛΟΙ ΜΕ ΘΕΩΡΟΥΣΑΝ ΨΥΧΡΗ,ΣΚΛΗΡΗ ΚΑΙ ...ΑΝΑΙΣΘΗΤΗ....Η ΕΙΚΟΝΑ ΜΟΥ ΑΥΤΗ ΠΟΥ ΕΓΩ ΕΠΛΑΣΑ ,Η ΑΣΠΙΔΑ ΜΟΥ,Η ΠΑΝΟΠΛΙΑ ΜΟΥ,ΠΟΥ ΜΕ ΠΡΟΣΤΑΤΕΨΕ ΠΟΛΛΕΣ ΦΟΡΕΣ .....ΟΛΟΙ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΠΩΣ ΔΕΝ ΕΧΩ ΚΑΡΔΙΑ,ΑΙΣΘΗΜΑΤΑ.....ΠΟΥ ΝΑ ΗΞΕΡΑΝ,ΠΟΥ ΝΑ ΦΑΝΤΑΖΟΝΤΑΝ.....Η ΜΕΡΑ ΠΕΡΑΣΕ ΓΡΗΓΟΡΑ ΚΑΙ ΝΑ'ΜΑΙ ΠΑΛΙ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ,ΜΟΝΗ ΝΑ ΜΑΖΕΥΩ ΞΑΝΑ ΤΑ ΚΟΜΜΑΤΙΑ ΜΟΥ ΚΑΙ ΝΑ ΤΑ "ΣΥΝΑΡΜΟΛΟΓΩ"  ΟΠΩΣ  ΕΝΑ ΠΑΖΛ.....ΚΟΥΡΑΣΤΗΚΑ ΝΑ ΣΥΝΑΡΜΟΛΟΓΩ,ΚΟΥΡΑΣΤΗΚΑ ΝΑ ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ...Ο ΥΠΝΟΣ ΘΑ ΜΕ ΛΥΤΡΩΣΕΙ......ΚΑΛΗΝΥΧΤΑ......

Μια υπόσχεση που αθετήθηκε!!!


  • Ήταν ένας άνδρας μετρίου αναστήματος,γεροδεμένος,με ξανθά ,κατσαρά μαλλιά, τα μάτια του σαν δυο θάλασσες που καθρεφτιζόσουν μέσα τους και άλλαζαν χρώμα ανάλογα με τη διάθεση της στιγμής. Όταν ήταν χαρούμενος ήταν καθαρά και γαλανά,όταν σκέψεις τον βασάνιζαν,έπαιρναν το χρώμα της αγριεμένης θάλασσας και ρυτίδες αυλάκωναν το μέτωπό του. Αυτές τις ρυτίδες τις αγαπούσα περισσότερο γιατί πίστευα πως ήταν ένδειξη σοφίας και ευχόμουν μεγαλώνοντας να κληρονομήσω λίγη από την σοφία του.
  •  Παιδί , βλέπεις,δεν ήξερα ακόμα ότι τα βάσανα και οι στεναχώριες αφήνουν  ρυτίδες,ούτε ότι ο χρόνος αμείληκτος αφήνει τα σημάδια του χωρίς να σε ρωτήσει. Το έμαθα όταν μπήκα στον κόσμο των μεγάλων αργότερα,πολύ αργότερα.
  • Αλλά ας ξαναγυρίσουμε στον πατέρα μου τον Βασίλη, γιατί γι'αυτόν πρόκειται. Ο οποίος δεν ζει πια.Πέθανε στις 17 Ιανουαρίου του 1990 .'Εξι μήνες πριν  επιστρέψω στα πάτρια εδάφη, μετά από 15 χρόνια ξενιτιάς.
  • Ο πατέρας με αγαπούσε πολύ μα και εγώ έτρεφα μεγάλη λατρεία γι'αυτόν.Ήταν εκεί όταν τον χρειαζόμουν για βοήθεια στα μαθήματα,ή για να μιλήσουμε.'Οταν τελείωσα το Δημοτικό,έδωσα εξετάσεις για το Γυμνάσιο-τότε δίναμε εξετάσεις-και πέρασα με καλό βαθμό.Η χαρά του μεγάλη γιατί πίστευε ότι του έμοιαζα ,ειδικά στην αγάπη για τα γράμματα- αν και ο ίδιος δεν μπόρεσε να συνεχίσει λόγω φτώχειας στην οικογένεια του και έπρεπε να δουλεύει [7 παιδιά είχαν ο παππούς και η γιαγιά]- και κρυφοκαμάρωνε γι'αυτό....
  • Μα και η δική μου χαρά ήταν μεγάλη..Σε αντίθεση με την μητέρα μου που θεωρούσε ότι τα κορίτσια δεν χρειάζεται να μορφωθούν,επειδή παντρεύονταν και το μόνο που έπρεπε να γνωρίζουν ήταν από νοικοκυριό. 'Οποια ήταν νοικοκυρά καλοπαντρεύοταν έλεγε...Σιγά να μην......
  • Ξεκίνησα λοιπόν τα μαθήματα και συζητούσαμε τι θέλω να σπουδάσω όταν με το καλό τελείωνα το Γυμνάσιο....Και -άκουσον,άκουσον Θεέ και Κύριε-τι του έλεγα του ανθρώπου και τον έβγαζα από τα "ρούχα"του.Πιλότος ή ασυρματίστρια στα καράβια του έλεγα.Μόνο συγκοπή που δεν έπαθε ο άνθρωπος-που ακούστηκε εκείνη την εποχή{μιλάμε για την δεκαετία του '70} κορίτσι πράγμα να θέλει να  κάνει ένα επάγγελμα που ήταν καθαρά ανδρικό. 'Ελα όμως που ήταν ,είναι και θα παραμείνει η πρώτη μεγάλη αγάπη μου το αεροπλάνο-ούτε  ό έρωτας δεν κρατάει τόσα χρόνια-αλλά εγώ εκεί, ακόμα κολλημένη....
  • "Παιδί μου"μου έλεγε "δεν σε αφήνω να σπουδάσεις τέτοιο πράγμα. Πρώτον  τα φοβάμαι τα αεροπλάνα και θα τρέμει η ψυχή μου κάθε φορά που θα πετάς, το ίδιο και τα καράβια και δεύτερον σε θέλω εδώ,κοντά μου ,να σε βλέπω και αν αρρωστήσω να μου δώσεις ένα ποτήρι νερό,να μου κλείσεις τα μάτια όταν θα πεθάνω.Αυτό το τελευταίο είναι και η επιθυμία μου".
  • Αχ!βρε πατέρα και που νά'ξερες τότε τι μέλλει γενέσθαι..Που να φανταστεί  ότι αυτό που φοβόταν  θα γινόταν πραγματικότητα. Γιατί  στην ζωή μας όλα είναι απρόβλεπτα,θες η μοίρα ,θες οι αποφάσεις που παίρνουμε,  ή παίρνουν άλλοι για σένα ,αλλάζουν την πορεία μας. 'Οταν οι άνθρωποι σχεδιάζουν ,ο Θεός γελάει , όπως λέει μια παροιμία μας. Ο φόβος του αυτός -ότι δεν θα ήμουν κοντά του-επιβεβαιώθηκε 2-3 χρόνια αργότερα .
  • Αρνούμενος λοιπόν να με αφήσει να κάνω αυτό που ήθελα,όσο και αν τον παρακαλούσα,όσο  και αν προσπαθούσα να "εκμεταλλευτώ"την αδυναμία του σε μένα,με γαλιφιές και κλάματα,δεν τον κατάφερα  ν'αλλάξει γνώμη.
  • Από το πείσμα μου και εγώ -πιστεύοντας πως ήταν το καλύτερο χαρτί μου, ο άσος που έκρυβα στο μανίκι μου-{παιδί,και όπως όλα τα παιδιά που δεν καταλαβαίνουν,έτσι και εγώ}του άσκησα βέτο..
  • "Ή μ'αφήνεις να γίνω ότι θέλω" ,του είπα  "ή σταματάω το σχολείο"."Μα παιδί μου,μα καλή μου" αυτός,τίποτα εγώ εκεί...Πείσμα αυτός,πείσμα εγώ-και αναρωτιόμουν απο που κληρονόμησα την ξεροκεφαλιά-σταμάτησα το σχολείο -κακό του κεφαλιού μου έκανα όπως αποδείχτηκε μετά- προς μεγάλη απογοήτευση του πατέρα και προς μεγάλη ικανοποίηση της μητέρας,αφού θα έμενα στο σπίτι να γίνω η νοικοκυρούλα που ήθελε και θα την βοηθούσα στο μεγάλωμα των 4 μικρότερων αδελφών μου,αλλά τότε που να καταλάβω εγώ ....
  • Δυο χρόνια αργότερα,και σε ηλικία δεκαπέντε-ναι καλά διαβάζεται -,η μητερούλα μου αποφάσισε πως είχε έρθει η ώρα να "έλθω εις γάμον κοινωνίαν"γιατί ήμουν λέει αρκετά μεγάλη και δεν έπρεπε να μείνω στο "ράφι" . "Και ο "νέος" ,καλός και άξιο παληκάρι. Μην τον "χάσουμε"και άλλη μας τον πάρει. 'Ελλην του εξωτερικού και ευκαιρία μεγάλη". Στα ώπα-ώπα θα με έχει. -Μένα μου λες; -Και παρ'όλες τις αντιρρήσεις του πατέρα,κανόνισε μετά του "λαμπρού εκείνου νέου"-τριάντα ετών  ο "νέος" -να μας φέρει προ  τετελεσμένου γεγονότος ,εμένα και τον πατέρα..
  • Οι αντιρρήσεις του πατέρα δεν ήταν μόνο γιατί με θεωρούσε πολύ μικρή για γάμο,ή γιατί ο "νέος" δεν ήταν και τόσο νέος για ένα κοριτσάκι δεκαπεντάχρονο,
  • αλλά γιατί ο "νέος" θα με έπαιρνε και στο εξωτερικό μιας και εκεί ζούσε  τότε μετανάστης. Και αυτό που τελικά ήθελε να αποφύγει δεν το πέτυχε ο καημένος.Το πεπρωμένον φυγήν αδύνατον ,ταιριάζει απόλυτα εδώ....  
  • Γίνεται ο γάμος και έρχεται η ώρα του αποχωρισμού και του αποχαιρετισμού. Με δάκρυα και οι δυο στα μάτια μας,στα γαλανά δικά του,που είχαν πάρει την ώρα εκείνη το χρώμα της φουρτουνιασμένης θάλασσας,και στα πράσινα δικά μου, που είχαν κάτι από χρώμα σμαραγδιού από την συγκίνηση και την πίκρα του αποχωρισμού.
  • "Παιδί μου", μου λέει, "εκεί στα ξένα που θα πας, να μην με λησμονήσεις,νερό της ξενιτιάς μην πιείς και με αφήσεις, υποσχέσου μου ότι όταν θα σε χρειαστώ,τα μάτια να μου κλείσεις,όλα να τα παρατήσεις ".
  • "Υπόσχεση του το'δωσα ,και όρκο μεγάλο πήρα,μα αλλιώς τα έφερε η ζωή και η κακή μου μοίρα"....
  • Αρρώστησε ,απο καρκίνο  το 1982-83 και μπήκε χειρουργείο. Το έμαθα και έτρεξα κοντά του να βρεθώ ,όπως μου το ζήτησε και όπως το είχα υποσχεθεί,αφήνοντας πίσω δυο παιδιά.Βγήκε από το νοσοκομείο, και εγώ επέστρεψα στην οικογένειά μου,στα παιδιά μου που με περίμεναν και αυτά.Η αρρώστια του τον κράτησε- ή μήπως ο ίδιος κρατήθηκε για να εκπληρωθεί η επιθυμία του-επτά ακόμα χρόνια,μπαινοβγαίνοντας στο νοσοκομείο, ενω μέρα με την μέρα χειροτέρευε.
  • Το 1985 ήρθα διακοπές στην Ελλάδα με τα δυο μου παιδιά και για να δω άλλη μια φορά τον πατέρα μου, αλλά η αρρώστια είχε προχωρήσει πολύ  και μιλούσε  τακτικά σε ''επισκέπτη" αόρατο σε μας,αλλά ορατό στον ίδιο, αφού τον ακούγαμε συχνά να διώχνει  τον  "επισκέπτη" λέγοντάς του πως περιμένει την κόρη του να έρθει και μετά να τον ακολουθήσει,εννοώντας βεβαίως εμένα, που δεν με αναγνώριζε πια.
  • Πολύ με λύπησε το γεγονός αυτό και το έβαλα σκοπό να επιστρέψω στην Ελλάδα σύντομα.Αλλά είπαμε "άλλαι αι βουλαί του Κυρίου"....Έμεινα ακόμα 5 χρόνια εκεί και ο πατέρας υπέμενε στωικά την αρρώστια του  και  με περίμενε...
  • Εκείνον το Γενάρη λοιπόν,του 1990 και ενώ είχαμε πάρει τη απόφαση να επιστρέψουμε στα πάτρια εδάφη,το καλοκαίρι της χρονιάς εκείνης έβλεπα για τρεις συνεχόμενες βραδιές ένα όνειρο,το ίδιο πάντα.
  • Τον πατέρα μου να έρχεται για να με αποχαιρετήσει και εγώ να του ζητώ να μείνει λίγο ακόμα και να με περιμένει.Την τρίτη βραδιά του έδωσα, ύστερα από μεγάλη του επιμονή, την "άδεια"να φύγει και είπαμε και οι δυο αντίο και εις το επανειδείν.
  • Ο κρότος της πόρτας που έκλεινε με δύναμη πίσω του,με ξύπνησε,μα αλήθεια δεν ήταν ο κρότος της πόρτας,ήταν το κουδούνισμα του τηλεφώνου τρεις η ώρα το πρωί , ώρα της χώρας που βρισκόμουν.
  • Ο αδελφός μου μόλις με πληροφορούσε ότι ο πατέρας άφησε την τελευταία του πνοή με το όνομά μου στα χείλη του..Δεν έκλαψα,δεν φώναξα...Το σοκ ήταν μεγάλο για να καταλάβω ότι ήταν αλήθεια και όχι όνειρο,παρ'όλο που είχα σηκωθεί και βημάτιζα μέσα στο σπίτι πάνω-κάτω, προσπαθώντας να κατανοήσω στο ακόμα κοιμισμένο μου μυαλό,την πραγματικότητα, την οποία με πήρε καιρό να αποδεχτώ.
  • Και δεν συγχώρεσα ποτέ τον εαυτό μου ,που δεν κράτησα την υπόσχεσή μου στον άνθρωπο που αγαπούσα πολύ.Τώρα  είκοσι ένα χρόνια μετά,πήρα το θάρρος  να του γράψω αυτή την ανοικτή επιστολή -εύχομαι να την διαβάσει από εκεί που βρίσκεται-και να τον παρακαλέσω αν με βλέπει,αν με ακούει,να με συγχωρήσει για την αθέτησή μου αυτή.Και να του ζητήσω συγνώμη που τον πρόδωσα,που τον απογοήτευσα,που δεν στάθηκα κοντά του,που δεν ήμουν εκεί να του κλείσω τα μάτια όπως είχα υποσχεθεί.
  • Πατέρα σου ζητώ ένα μεγάλο ΣΥΓΝΩΜΗ και εύχομαι στο Θεό να μου την δώσεις.Παρακαλώ επίσης τον Θεό να σ'έχει στα δεξιά του  όπως τους Αγγέλους του,γιατί δεν έμοιαζες μόνο με Άγγελο  στην όψη.'Ησουν ένας ΑΓΓΕΛΟΣ.Για μένα θα είσαι πάντα ο δικός μου ΑΓΓΕΛΟΣ .......
  •                                                                                                                                 
  •                                                                                                                       Η κόρη σου..Γ......

Αναζητώντας τον εαυτό της!


  • Στημένη σ'ένα καθρέφτη μπροστά,ώρα πολύ,η μήπως ήταν ώρες,δεν ήξερε να πει...Εβλεπε μέσα το δικό  της γνώριμο σώμα,τα μαλιά της,το στόμα της,τα χείλη της που γελούσαν(γελούσαν αλήθεια;)και τα μάτια της,εκείνα τα βαθιά πράσινα μάτια,που κάποτε ονειρεύονταν πρίγκηπες,και τον δικό της με το άσπρο άλογο να την παίρνει και να την ταξιδεύει μακριά,σε χώρες μαγικές,ονειρεμένες,και να την αγαπά.Αχ!!πόσο λαχταρούσε να την αγαπούν....
  • Αυτά τα μάτια λοιπόν που τώρα στο βάθος τους φαινόταν μια θλίψη,μια πίκρα,μια απογοήτευση από την ζωή που την πρόδωσε,που της χρωστούσε,αυτά τα μάτια που την κοιτούσαν από τον καθρέφτη και την ρωτούσαν,ποια είναι...και εκείνη έπρεπε να απαντήσει...Να πει "είμαι εγώ,αυτή που τόσα χρόνια βλέπεις....Δεν με αναγνωρίζεις;Δεν άλλαξα δα και πολύ"..
  • Τολμάει, το λέει και την περιγελάει ο άλλος της εαυτός,αυτός που πάντα ήταν αδυσώπητος μαζί της....Όχι ο χρόνος φέρθηκε καλά,δεν την άλλαξε εμφανισιακά,έτσι για να την ειρωνευτεί,να την χλευάσει....η ζωή,αυτή ήταν που την πρόδωσε,που την πλήγωσε,που δεν της φέρθηκε σωστά..Και η αγάπη που την γέλασε και δεν ήρθε ποτέ!Ούτε για τον εαυτό της δεν είχε πλέον αγάπη.Την ξόδεψε γι'αυτούς που αγαπούσε.
  • Και αυτή για να επιβιώσει,να κρατηθεί,πάλεψε σκληρά...Και σκλήρυνε και την καρδιά της...έτσι έπρεπε...Έπρεπε να αλλάξει,να ντυθεί με μια μάσκα που να χαμογελά,ενώ το χαμόγελο δεν έβγαινε από τα βάθη της ψυχής...Έπρεπε να παλέψει,να αγωνιστεί,για κείνη,για τα παιδιά της,για την ζωή της....
  • Έπρεπε να αποδείξει(αλήθεια σε ποιον;)ότι δεν λυγίζει,δεν πονάει,δεν ματώνει,δεν την ενδιαφέρει αν την αγαπούν...Φτάνει που αγαπούσε εκείνη,για όλους...Και ποια η αναγνώριση μετά;Καμιά...
  • "Α!!όχι και καμιά.. αναγνώριση ζητάς; Βρες ποιά είσαι,ποια ήσουν και ποια έγινες...Βρες το θάρρος και κοίτα με στα μάτια," της λέει ο άλλος της ο εαυτός, μέσα από τον καθρέφτη..."Έλα  λοιπόν μην καθυστερείς....Εσύ που λες πως θάρρος είχες και δεν τρόμαζες και δεν φοβόσουν την αλήθεια, πως την προτιμούσες καλύτερα από το ωραιότερο ψέμα ...πες μου ποιά είσαι;"
  • Αμίλητη αυτή κοιτάζει μέσα στα μάτια της και προσπαθεί να αναγνωρίσει  τον εαυτό της...Τέλος τα ψέματα, ήρθε η ώρα της κρίσης,αυτή ο δικαστής,αυτή ο εισαγγελέας,αυτή οι ένορκοι,αυτή η κατήγορος μα και η κατηγορούμενη...Θέλει να πει πολλά,να μιλήσει,μα τι να πει;  Κόμπος η γλώσσα στο στόμα της . 
  • Μόνο η σκέψη της πετάει πίσω,στα ανέμελα παιδικά της χρόνια,εκεί που τα όνειρά της ήταν ακόμα άτρωτα,καθαρά και αγνά. Εκεί που η ευαισθησία της χτυπούσε κόκκινο,που τα όνειρά της άγγιζαν τον ουρανό,που ήλπιζε σε μια αγάπη αληθινή,μοναδική,αγάπη από εκείνη που στερήθηκε από μωρό ακόμα,την μητρική,την αδελφική και αργότερα την ερωτική,την απέραντη....
  • Και τώρα τι; Ξυπνάει από το λήθαργο ,την ονειροπόληση και ψάχνει να βρει εκείνη την παιδούλα μέσα της...Μα δεν υπάρχει πια....Πέθανε κάπου εκεί πίσω,δεν ξέρει πότε ή που ακριβώς..Ξέρει μόνο ότι είναι μια ζωντανή -νεκρή...
  • Νεκρή από αισθήματα,άδεια από ψυχή...Και το μόνο που λέει είναι:"είμαι ένοχη..φταίω που άφησα τόσα χρόνια να βεβηλώσουν την ψυχή μου,την καρδιά μου,τα αισθήματά μου..που δεν βρήκα το θάρρος να σταματήσω αυτό που με σκότωνε σιγά μα σταθερά..που αγαπούσα μόνο εγώ για όλους...που νόμιζα ότι αυτό θα με έκανε καλύτερο άνθρωπο"...χάνοντας όμως  και θυσιάζοντας έτσι την υπαρξή της,τα θέλω της,τα πιστεύω της....
  • "Πουλώντας" την ψυχή της σε κάτι που τελικά δεν άξιζε....Όχι δεν κλαίει πιά,δεν μπορεί να κλάψει....¨Εκλαψε πολύ πριν και δεν σκέφτηκε να κρατήσει δάκρυα για αργότερα, για να θρηνήσει μια ζωή πεθαμένη....Την δική της ζωή.....Και κανείς δεν θα βρεθεί να χαραμίσει δυο δάκρυα για την δική της ζωή,την χαμένη..
  • Και φόρεσεπάλι αυτήν  την μάσκα,της χαράς,της ευτυχίας και απομακρύνθηκε από τον καθρέφτη γιατί δεν άντεχε να βλεπει τα μάτια της να την κοιτάνε με οίκτο...

Απορίες παιδιού!


   Μικρό κοριτσάκι τότε δεν ήξερε  πολλά...Κάθε τι που έβλεπε το ερμήνευε  με το δικό της μυαλό, όπως κάνουν όλα τα παιδιά ανέκαθεν...
    Με την αθώα παιδική ψυχή, το  αγαθό μυαλό  και τα μάτια ,εκείνα τα πελώρια, όμορφα μάτια των παιδιών που βλέπουν παντού τον κόσμο αγαπημένο και ονειρεμένο...
  Μα  πάντα   μπορούν να αντιληφθούν  αν κάποιος τα αγαπάει ή όχι....Έτσι και αυτό το μικρούλη καταλάβαινε πως η γιαγιά της δεν την αγαπούσε...
    Ήταν το δεύτερο παιδί της οικογένειας , μα το πρώτο κορίτσι...Κατάρα για εκείνη την εποχή το κορίτσι,ειδικά αν ήταν να πάρει και το όνομα της άλλης γιαγιάς,από  την πλευρά του πατέρα..
    Η γιαγιά -από την πλευρά της μάνα της-ήταν σκληρή γυναίκα, δεν την θυμάται να γελάει, μια  καραμέλα δεν πήρε  από το χέρι της.... τις έκρυβε πάντα στον κόρφο της μέσα σε σακουλάκι μαζί με τα λεφτά από την σύνταξη του παππού...
  Όταν πονούσε το κεφάλι της -πράγμα καθημερινό- έδενε στο κεφάλι της μια πετσέτα με φέτες λεμονιού και ψιλοκομμένους  κόκκους καφέ. Πίστευε πως έτσι της περνάει και το κοριτσάκι όταν έπαιζε τις "κουμπάρες"-οι κούκλες ήταν είδος πολυτελείας εκείνη την εποχή-έκανε το ίδιο στην ...."κουμπάρα" που της έλεγε πως είχε πονοκέφαλο από "κακό μάτι"....
 Το πίστευε  η μικρούλα της ιστορίας μας αυτό, γιατί γινόταν καλά η "κουμπάρα" μετά και την βοηθούσε στις δουλειές...Μόνο η γιαγιά την μάλωνε γιατί νόμιζε πως την κοροιδεύει...Άκου να την κοροιδεύει! Πως της ήρθε; Εκείνη της έλεγε να βλέπει πως φέρονται οι μεγάλοι,για να μαθαίνει και τώρα που έκανε ακριβώς αυτό,την έδερνε. Γιατί;
  Παράξενοι άνθρωποι τελικά οι μεγάλοι και μετά λένε για τα παιδιά ότι δεν ακούν τους μεγάλους...Αυτή που άκουγε γιατί  την έδερναν και την μάλωναν;  Άντε να τους καταλάβει κανείς...
  Ο μπαμπάς όμως ήταν αλλιώς,αυτός καταλάβαινε και δεν μάλωνε..την λάτρευε, την πρόσεχε, μάλιστα όταν γεννήθηκε ,δεν έφευγε από το νοσοκομείο μήπως και του "κλέψουν" το κοριτσάκι του...Μεγαλώνοντας η μικρούλα ,χαιρόταν αυτή την αγάπη,την προσοχή και το καμάρι του μπαμπά της γι'αυτήν....έκανε "ζήλειες" στον αδελφό της αφού  ο μπαμπάς της,την αγαπούσε και   την διάβαζε σαν άρχισε σχολείο...
    Ένα δεν καταλάβαινε όμως...γιατί κάθε βράδυ έλεγε ο μπαμπάς στην μαμά πως θα πάει στην  ταβέρνα να πιεί ένα "δραμάκι" κρασί για να πάνε κάτω  τα φαρμάκια....  μα τι φαρμάκια ήταν αυτά που έπρεπε να τα πιεί με κρασί ; Και αυτή όταν αρρώσταινε έπαιρνε φάρμακα που ήταν πικρά μάλιστα ,μα δεν της τα δίνανε με κρασί...άλλη αρρώστια είχε φαίνεται ο μπαμπάς από εκείνη και έπαιρνε άλλα φάρμακα διαφορετικά απο τα δικά της ή μήπως επειδή εκείνη ήταν μικρή δεν έκανε να πιεί κρασί;
  Ρώτησε μια μέρα τον μπαμπά της γι'αυτό ,της είπε πως σαν μεγαλώσει θα καταλάβει τι "φάρμακα-φαρμάκια" παίρνει  και θέλουν κρασί να πάνε κάτω για  να "πνιγούν" στο  στομάχι.


Υποθέτω πως ήταν τα ίδια που έχει όλος ο κόσμος ή μάλλον οι περισσότεροι σ'αυτή τη ζωή....  αυτό κατάλαβε και η μικρή της ιστορίας μας όταν μεγάλωσε αρκετά ..πως άλλο φάρμακα και άλλο φαρμάκια...

Εγώ και η μοναξιά μου!!!


  •  Στέκομαι πάλι αντίκρυ με τον καθρέφτη μου,με τον άλλο μου εαυτό...
  •  τον κοιτάω κατάματα αυτή τη φορά και τον ρωτώ "γιατί;"
  • γιατί δεν μου κάνει τη χάρη να με αφήσει  ήσυχη;
  •  γιατί με βασανίζει; γιατί δεν με αφήνει στην μοναξιά μου;
  •  αυτή την μοναξιά που ποτέ δεν με πρόδωσε;
  • που ήταν πάντα εκεί για μένα; όλες τις ώρες,τις μέρες, τα χρόνια
  • η καλύτερη φίλη μου, που μαζί τα λέγαμε,κλαίγαμε,πονούσαμε..
  •  για μια "τρέλλα"  μου, την "πούλησα" ,την αρνήθηκα
  •  αχάριστα της φέρθηκα, και τώρα, που η "τρέλα" μου με πρόδωσε 
  • αυτή εκεί με περιμένει ,πιστή σαν την "Πηνελόπη" 
  • να με πάρει πάλι από το χέρι,να κλάψει,να πονέσει 
  • να ουρλιάξει μαζί μου, από πόνο,από λύπη, από συμπόνοια
  •  να μου στεγνώσει τα δάκρυα, να με παρηγορήσει....
  •  ντρέπομαι να την δω στα μάτια,τι να της πω;
  •  πως την ξέχασα και την αρνήθηκα;
  • ή να της ορκιστώ αίωνια πίστη πιά; 
  • αφού το ξέρω ,αδύναμη είμαι ,δεν μπορώ ....
  • αν εκείνος μου μιλήσει, εγώ θα τρέξω πάλι κοντά του
  •  να τον πιστέψω και ας ξέρω πως δεν μ'αγαπά 
  •  ας ξέρω πως θα με πληγώσει για πολλοστή  φορά....
  • σκύβω το κεφάλι, δεν της μιλώ, το χέρι της πιάνω
  • με αγκαλιάζει,το βλέμμα της υγρό με κοιτάζει...
  • "φτωχή μου καρδιά το ήξερα πως θα πληγωθείς,
  • θα πονέσεις και πάλι,θα κλάψεις ,θα ματώσεις,
  • μα δεν θα με άκουγες ότι και αν σου  έλεγα....
  • το'χει η μοίρα σου να μην ευτυχείς παρά μόνο μαζί μου"
  • στον  ώμο της γέρνω,συγνώμη της ζητώ, 
  •  υπόσχεση δίνω πως τέλος ,φτάνει ως εδώ...
  • στο στόμα μου το δάχτυλο βάζει,να μην μιλώ
  • τίποτα να μην πω, με νιώθει ,με συμπονά
  • γλυκά με νανουρίζει ,στου Μορφέα την αγκαλιά με παραδίδει
  • όνειρο βλέπω τρομερό,πως τα στήθη μου  ανοίγει,
  • εκείνος που αγαπώ και την καρδιά μου σκίζει
  • την παίρνει ,την κρατά ,μα κοίτα, την πετά
  • και με την άλλην,  με μένανε γελάν σαν την πατά.....
  • μέσα στο αίμα μου κολυμπώ ,ξυπνώ 
  • και νάτην πάλι εκεί ,η μοναξιά μου πλάι μου, πιστή....
  • αχ!!γλυκιά μου μοναξιά ,εσύ και εγώ, εγώ και εσύ
  • μείναμε πάλι μοναχές, φίλες πιστές......
  • να κλαίς όταν κλαίω, να γελάς όταν γελώ
  • μα δεν αντέχω άλλο,απόφαση θα πάρω
  • το τέλος να σημάνω, να μην τον ξαναδώ....
  • βοήθησέ με μοναξιά ,να'ναι  οριστικό το τέλος 
  • να μην πιστέψω σε ψεύτικο άλλο  σ'αγαπώ, 
  • να μην ξαναπονέσω, να μην πληγωθώ.....
  • υπόσχεση σου δίνω , φίλη σου πιστή να  μείνω.....                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                       Αφιερωμένο σε όλες/ους  τις /ους προδομένες/ους........                                                                  

Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2011

Η απαγωγή!!! {συνέχεια}


  Όταν η μητέρα του παιδιού συνήλθε από την λιποθυμία , όλοι οι συγγενείς του συζύγου της είχαν αποχωρήσει, μόνο οι δικοί της  ήταν εκεί, ακόμα μουδιασμένοι και αμίλητοι.
  Η μητέρα γύρισε τα μάτια της και έψαχνε μέσα στους  ανθρώπους να δει τον γιο της, πιστεύοντας ακόμα ότι ήταν  όνειρο...
   Μόλις συνειδητοποίησε την πραγματικότητα, σηκώθηκε βιαστικά και ζήτησε από τον ξάδελφό της να την πάει μέχρι το χωριό, να πάρει το παιδί της. Δεν θα  άφηνε να της το πάρουν, όχι χωρίς να παλέψει μαζί τους. Πίστευε πως θα κατάφερνε να τους "νικήσει" μα δυστυχώς δεν ήταν τόσο εύκολο.
  Έφυγαν παρόλο που όλοι της έλεγαν να μείνει και να ηρεμήσει πρώτα. Αυτή κοιτώντας προς την μεριά της μάνας της τής είπε "εσύ φταις για όλα" και έφυγε. Είχε τους λόγους της που το έλεγε-εκείνη την είχε σπρώξει σε εκείνον τον γάμο....
   Φτάνοντας στο χωριό, ζήτησε από τον ξαδελφό της να την περιμένει.  Χτύπησε την πόρτα, της άνοιξαν, ζήτησε το παιδί της. Της είπαν πως αν θέλει να το ξαναδεί να μείνει και να κάνει ότι αυτοί της πουν. Η κουνιάδα είχε ήδη καταστρώσει τα σχέδιά της -ανύπαντρη τότε αν και πάνω από τα τριάντα πέντε- εκείνο το παιδί θα έμενε δικό της.
  Σκέφτηκε πως ίσως υπήρχε ελπίδα να το πάρει αν έκανε ότι της έλεγαν και δέχτηκε όλους τους όρους, οι οποίοι της απαγόρευαν ν'ασχοληθεί με το παιδί της ,απλά θα ήταν ένας θεατής, αλλιώς η αποχώρηση ήταν η μόνη λύση.
  Δεν σκέφτηκε να καλέσει την αστυνομία, δεν ήθελε να οξύνει τα πράγματα, η σχέση με τον σύζυγο δεν ήταν έτσι και αλλιώς καλή, ποιον θα πίστευε; Εκείνη ή τους δικούς του; Αφού πάντα οι δικοί του είχαν δίκιο ,εκείνη μόνο άδικο.
  Έσκυψε άλλη μια φορά το κεφάλι και δέχτηκε αδιαμαρτύρητα τους όρους, δεν είχε άλλη επιλογή αν ήθελε να δει το παιδί της ξανά. Έδιωξε τον ξάδελφο λέγοντας του να πει στην μάνα της και στους δικούς της πως θα τους ειδοποιούσε κάποια στιγμή σε πρώτη ευκαιρία... η οποία δεν ήρθε ποτέ.
  Έτσι λοιπόν σαν απλός θεατής παρακολουθούσε το παιδί και την φροντίδα του, χωρίς να έχει δικαίωμα ούτε αγκαλιά να το πάρει όταν εκείνο έκλαιγε και άπλωνε τα μικρά του χεράκια προς το μέρος της.
  Ο σπαραγμός του παιδιού που το αρνιόταν της έκανε την καρδιά κομμάτια, πώς να εξηγήσει σ'εκείνο το πλασματάκι ότι ήταν απαγορευμένο για εκείνη; Ότι δεν ήταν η επιλογή της; Ότι δεν το αρνιόταν; Ότι το αγαπούσε και πονούσε και εκείνη πολύ;
  Κάθε μέρα έβλεπε την κουνιάδα της ν'αγκαλιάζει το δικό της παιδί, να  κοιμάται αγκαλιά και η καρδιά της πονούσε....
   Επειδή το σπίτι δεν είχε πολλά δωμάτια, έστρωνε κάτω στο πάτωμα και εκεί κοιμόταν με το μωρό. Κάτι η αλλαγή του  κλίματος ,κάτι που το παιδί "κυλούσε" στο πάτωμα, αρρώστησε με πυρετό 41,5. 
  Αμέσως το πήραν και το κατέβασαν στην πρωτεύουσα του νομού, στον καλύτερο παιδίατρο της πόλης. Η διάγνωση ήταν ΒΡΟΧΟΠΝΕΥΜΟΝΙΑ! 'Επρεπε να μπει στο νοσοκομείο, αν θέλανε το παιδί να  γίνει καλά, γρήγορα και χωρίς να του προκαλέσει μόνιμο πρόβλημα...
  Όμως ο φόβος της μήπως το πάρει η μητέρα και φύγει ήταν μεγαλύτερος από την αγάπη προς το μικρό πλασματάκι. Αρνήθηκε και το είπε στο γιατρό. Αυτός με την σειρά του τη ρώτησε αν είναι η μητέρα και είπε ναι πριν προλάβει η πραγματική μητέρα να πει την αλήθεια. 
  Η μητέρα του παιδιού έμεινε με το στόμα ανοικτό. Το θράσος της δεν είχε όρια, μα τι μπορούσε να πει; Ο γιατρός τότε της είπε πως αν αγαπάει το παιδί της να το βάλει στο νοσοκομείο. Επέμενε στο όχι. Κούνησε το κεφάλι του ο γιατρός, της επεσήμανε τον κίνδυνο άλλη μια φορά και  αφού έγραψε τα φάρμακα, κάμποσες ενέσεις και αντιπυρετικά, έφυγαν πάλι για το χωριό.
   Το παιδί έπρεπε να κάνει δυο ενέσεις την ημέρα, μια το πρωί και μια το βράδυ. Ο γιατρός του χωριού ήθελε χρήματα γι'αυτό, μα από την τσέπη της δεν έβγαλε δραχμή. Σε αυτό το θέμα  μάνα γινόταν η άλλη. Οι κομπρέσες και τα αντιπυρετικά δεν σταματούσαν ποτέ, μέρα-νύχτα  η μάνα του στεκόταν ξάγρυπνη να το προσέχει και να το βάζει πάλι στα στρωσίδια για να κοιμηθεί όταν γλυστρούσε στο πάτωμα, ενώ η κουνιάδα κοιμόταν βαθιά. 
  Συνέχιζε να κοιμίζει το παιδί στο πάτωμα παρόλο που ήταν σοβαρά άρρωστο. Ό,τι και αν έλεγε η μητέρα του όχι μόνο δεν ακουγόταν, μα έπεφταν τα χαστούκια σύννεφο στο καημένο το κορίτσι και όταν κάποιο βράδυ το πήρε στο κρεβάτι της να κοιμηθεί -δεν μπορούσε να το βλέπει να κοιμάται άρρωστο στο πάτωμα-εκείνη ξύπνησε,τους άκουσε νυχτιάτικα όλο το χωριό καθώς την  έβριζε, την απειλούσε  ότι θα ενημερώσουν τον άντρα  της  πως έχει παρατήσει το παιδί σε αυτούς και εκείνη γυρίζει με εραστές..
  Ψέμα ασύστολο, αλλά δεν είχε επιλογές η μικρή κοπέλα, το σχέδιό της είχε αρχίσει να παίρνει σάρκα και οστά, αφού το έκαναν ήδη πράξη . Την άλλη μέρα της τηλεφώνησε ο άντρας της, της είπε ν'αφήσει το παιδί  εκεί και να πάει στον "αγύριστο" εκείνη. Μάταια προσπάθησε να εξηγήσει, η κουνιάδα  φώναζε πως λέει ψέματα και  να μην την πιστέψει.
  Θεέ μου τι θα έκανε τώρα; Θ'άφηνε το παιδί της και θα έφευγε; ΠΟΤΕ!  Δέχτηκε λοιπόν πάλι αναγκαστικά  τους όρους τους. Να μην το αγγίξει ξανά....
    Δεν τόλμησε ποτέ πάλι να το πάρει.Το έβλεπε να υποφέρει,να κλαίει ,να την ζητάει  και αυτή δεν μπορούσε  ούτε το χέρι για ένα χάδι ν'απλώσει. Αυτό την σκότωνε ,την  τρέλαινε, την εξόργιζε. Μα "κατάπινε" όλες τις προσβολές, τα χαστούκια, τις βρισιές, για χάρη του παιδιού της.....
   Ο μικρούλης σιγά-σιγά και ύστερα από μεγάλη ταλαιπωρία  έγινε καλά. Μα δεν πρόλαβε να αναρρώσει τελείως και το τάισε  σταφύλι. Η θεία που το "αγαπούσε" περισσότερο από την μάνα του, το αρρώστησε δεύτερη φορά μέσα σ'ένα μήνα.
  Και να οι  διάρροιες, οι εμετοί, ο πυρετός από την αρχή ξανά . Πάλι στους γιατρούς, πάλι φάρμακα, πάλι ενέσεις και από πάνω οι κατηγόριες και τα βρισίματα σωρηδόν στη μητέρα ,ότι είναι ανάξια να λέγεται μάνα αφού δεν μπορεί να προσέξει το παιδί της και θα της το πάρουν.
   Θα την έδιωχναν χωρίς το παιδί  και βέβαια ούτε κουβέντα για να επιστρέψει  στον άντρα της. Κόντευε να τρελαθεί από την στεναχώρια  της . Όχι για τον άντρα της, δεν την ένοιαζε αυτός, από αυτόν θα γλύτωνε, αλλά για το παιδί της. Δεν ήξερε τι να κάνει, σε ποιόν να μιλήσει, να βρει λύσεις, αφού ούτε στους γονείς της δεν την άφηναν, όχι να πάει να τους δει ,μα να τους  μιλήσει και από το τηλέφωνο.....
  





Εδώ φίλοι μου αφήνω την ιστορία....το τέλος δεν θα το πω για ευνοήτους λόγους......ζητώ την κατανόησή σας. Ευχαριστώ θερμά για την υποστήριξη και την αγάπη σας.....
  
  

Ηαπαγωγή!! Μέρος πρώτο!


  Εκείνο το ταξίδι στα πάτρια εδάφη το καλοκαίρι του '78 δεν το είχε σχεδιάσει....ήταν ξαφνικό μετά από ένα τηλεφώνημα....
  Ο κουνιάδος της θα ερχόταν εις "γάμου  κοινωνίαν" και επειδή ο σύζυγος δεν μπορούσε να πάει, έστειλε την γυναίκα του -δέκα  οχτώ χρονών τότε-με τον γιό τους....Το ταξίδι  ήταν χωρίς απρόοπτα και η Canadair έφτασε στην Ελλάδα στις 5 το απόγευμα στο Ανατολικό αεροδρόμιο της Αττικής. Η επιστροφή  προς την πατρίδα της φάνηκε αιώνια. Το μυαλό της γύρισε 3 χρόνια πίσω ,όταν την ίδια διαδρομή έκανε  και τότε,  αλλά  με την Ολυμπιακή προς την αντίθετη κατεύθυνση...
  Όταν έφτασαν πάνω από την Αθήνα-τους ενημέρωσε γι'αυτό ο πιλότος  λέγοντας να προσδεθούν -το κεφάλι της ασυναίσθητα έγειρε προς το παράθυρο του αεροπλάνου. Κοίταξε κάτω την καταγάλανη αττική  θάλασσα, το μεγαλόπρεπο άστυ και ένιωθε να χαμηλώνει τόσο που είχε την αίσθηση πως αν απλώσει το χέρι ,θα πιάσει τα βουνά,τα σπίτια,τους ανθρώπους,θα βυθίσει το χέρι της στην θάλασσα,θα αισθανθεί την δροσιά και την  αρμύρα της. Ανυπομονούσε να προσγειωθούν.Θυμήθηκε πως 3 χρόνια πριν γινόταν  το αντίθετο,κάθε στιγμή που ανοιγόκλεινε τα βλέφαρά της απομακρυνόταν από την πατρίδα,με προορισμό μια χώρα άγνωστη σε αυτήν,σ'ένα μέλλον που από την αρχή είχε φανεί δυσοίωνο.
  Ευχόταν τώρα η επιστροφή να ήταν η "ανταμοιβή"  του τότε ταξιδιού. Το στομάχι της είχε δεθεί κόμπος και γινόταν πιο σφιχτός καθώς έσφιγγε τον μόλις δέκα μηνών γιό της στην αγκαλιά της, μουρμουρίζοντας του ωστόσο στο αυτί, πως ο παππούς και η γιαγιά του -από το μέρος της μάνας του- θα περίμεναν να τον γνωρίσουν. Αυτός ο κόμπος όμως δεν έλεγε να λυθεί, να ηρεμήσει...σκέφτηκε πως ήταν από την άγρια προσμονή να προσγειωθούν και να πάρει την  εσωτερική πτήση που θα την έφερνε πιο κοντά στα αγαπημένα πρόσωπα, πιο κοντά στην δική της πόλη.
  Άκουσε ένα στρίγγλισμα και  επανήλθε στην πραγματικότητα. Το αεροπλάνο είχε μόλις αρχίσει να τροχοδρομεί στον διάδρομο προσγείωσης. Επιτέλους,θα πατήσει ελληνική γη, θα φιλήσει τα ιερά της χώματα, θα δει τον ήλιο που ανατέλλει, που δύει,  τα βουνά, τις θάλασσες, τα ποτάμια, τους ανθρώπους, τους δικούς της ανθρώπους...  
  Ήταν τόσο αθώα σ'εκείνη την ηλικία, παρόλα όσα είχε περάσει, που ακόμα πίστευε πως οι άνθρωποι  που θα έβλεπε, ήταν οι ΔΙΚΟΙ της άνθρωποι. Από την χαρά της δεν σκέφτηκε πως ο κόμπος στο στομάχι ,ήταν πάντα γι'αυτήν κακό σημάδι.Ήταν γι'αυτήν η διαίσθηση του κακού, που την περίμενε μόλις θα πατούσε το πόδι της στα χώματα της πόλης της.
 Το αεροπλάνο σταμάτησε να τροχοδρομεί, ο κυβερνήτης καλωσόρισε  τους επιβάτες στην Ελλάδα, συγκεκριμένα στην  Αθήνα, ευχήθηκε καλές διακοπές και καλή διαμονή... Ήλπιζε το ταξίδι να ήταν ευχάριστο  και ότι θα χαιρόταν αν ξαναταξίδευαν με τον ίδιο και την Canadair.
Άρχισε να προχωρεί προς την έξοδο του αεροπλάνου, κρατώντας πάντα τον γιό της αγκαλιά. Έφτασε στην πόρτα , κοντοστάθηκε και πήρε μια βαθιά ανάσα, αισθάνθηκε να πλημμυρίζει το είναι της με αρώματα, ζέστη, ήλιο, θάλασσα. Να πλημμυρίζει πατρίδα, Ελλάδα. Πόσο της είχε λείψει!!!Μόλις το συνειδητοποίησε.
  Κατέβηκε τις σκάλες γρήγορα-είχαν αρχίσει να σπρώχνουν ανυπόμονα ήδη οι άλλοι επιβάτες-κατευθύνθηκε προς το όχημα που θα τους οδηγούσε στο εσωτερικό του αεροδρομίου,στον έλεγχο διαβατηρίων,στις αποσκευές μα το σημαντικότερο ένα ακόμα βήμα πιο κοντά στην πόλη της, ένα βήμα πιο κοντά στους δικούς της.
  Πήρε τις αποσκευές της και προχώρησε , κρατώντας πάντα αγκαλιά το παιδί της, γελώντας και μονολογώντας, προς τα γκισέ των εσωτερικών πτήσεων....  έδωσε το εισητήριότης και περίμενε να αναγγείλουν  την πτήση της.....
  Το ταξίδι προς την πόλη της διήρκησε μόλις 25 λεπτά....κοιτούσε πάντα απο το παράθυρο, δεν ήθελε να χάσει τίποτα από την ομορφιά που απλωνόταν κάτω από τα πόδια της ή για να είμαστε πιο ακριβείς, κάτω από το αεροπλάνο. Προσγειώθηκαν ,κατέβηκαν και προχώρησε προς την έξοδο.Εκεί που τη περίμεναν οι δικοί της......
  Τους είδε καθώς πλησίαζε και σήκωσε το χέρι να τους χαιρετήσει ,έχοντας στα χείλη ένα χαμόγελο πλατύ. Ο πατέρας της την είδε πρώτος και άρχισε να τρέχει,να την αγκαλιάσει,το ίδιο έκανε και εκείνη. Να, κόντευε να τον φτάσει,να πέσει στην αγκαλιά του,λίγα μόλις βήματα τους χώριζαν . Ξαφνικά ένα εμπόδιο στάθηκε ανάμεσα σ'εκείνη και τον πατέρα της.Ένιωσε τα χέρια της ν'αδειάζουν από το "βάρος" του παιδιού. Η κουνιάδα της είχε μπει  ανάμεσα, είχε αρπάξει το γιό της και έτρεχε προς το ταξί που την περίμενε, φωνάζοντας πως εκείνο το παιδί ήταν δικό τους και με την μάνα του ουδεμία σχέση ήθελαν. 
  Δεν πρόλαβε κανείς ν'αντιδράσει, όλοι έμειναν με τα πόδια καρφωμένα στη γη, άφωνοι, μαρμαρωμένοι. Μέχρι να καταλάβουν  τι είχε γίνει, το ταξί είχε ήδη αναχωρήσει για το χωριό του συζύγου της. Αισθανόταν την γη να γυρίζει ,η όρασή της θόλωσε,το αίμα της πάγωσε,το κορμί της μούδιασε και τα πόδια της άρχισαν να λυγίζουν...Δυο χέρια την συγκράτησαν,την πήραν αγκαλιά,τα χέρια του πατέρα της. Γύρισε και τον κοίταξε, περιμένοντας να της πει πως ήταν ένα άσχημο όνειρο, ένας εφιάλτης....
  Βλέποντας την πληγωμένη του έκφραση,το μούδιασμα όλων των άλλων,κατάλαβε πως μάταια ήλπιζε να ήταν ψέμα. Κατάλαβε πως μόλις  είχαν απαγάγει το παιδί της,το μονάκριβό της.Η φωνή που έβγαλε, φωνάζοντας το όνομα του παιδιού της,  έμοιαζε με ουρλιαχτό άγριου πληγωμένου ζώου.....

   
  


   Απόσπασμα από το ατιτλοφόρητο βιβλίο μου......

Αναμνήσεις!!!!


 Εκείνο το τετραήμερο το είχαν κανονίσει από μέρες...Το περίμενε με λαχτάρα και αγωνία. Επιτέλους θα τον είχε όλον δικό της για τέσσερις ολόκληρες μέρες και νύχτες. Θα ζούσαν σαν αληθινό ζευγάρι. Δεν ήταν μόνο η απόσταση που τους χώριζε. Ήταν πολλά μα το πιο σοβαρό ήταν, ότι ήταν κατά το ελάχιστο δικός της. Ήταν ένας απαγορευμένος για κείνη έρωτας.
  Ήταν -ίσως να είναι ακόμα- παντρεμένος. Είχε δική του οικογένεια. Γνωρίστηκαν τυχαία και αγαπήθηκαν. Εκείνη δηλαδή τον αγάπησε πολύ. Ίσως και εκείνος, δεν ξέρει να το πει με σιγουριά, ούτε τώρα. Κρυφά  ραντεβού, κρυφές συναντήσεις, κρυφά φιλιά και αγκαλιές.
  Ένιωθε πως κλέβει από την χαρά της άλλης και αυτό την σκότωνε...Πως η αγάπη της, ο ερωτάς της ήταν δανεικά. Στεναχωριόταν που ήταν η "άλλη" γυναίκα στη ζωή του και όχι η δική του. Αναρωτιόταν πολλές φορές αν έπρεπε να σταματήσει να τον βλέπει και ας τον αγαπούσε τόσο.....
  Δεν της άρεσε να μπαίνει ανάμεσα στο "νόμιμο"ζευγάρι και ας της έλεγε πως τίποτα  δεν τον έδενε  μαζί της, πως αυτή ήταν ο έρωτας της ζωής του και κοντά της είχε βρει χαρά, ευτυχία, αγάπη-πιστεύω πως κάθε παντρεμένος το ίδιο θα έλεγε.
  Έκλεινε τα μάτια,τ'αυτιά της, να μην βλέπει να μην ακούει την φωνή της λογικής που της έλεγε να φύγει μακριά....Και  κείνο το καταραμένο ένστικτό της  που της έλεγε πως αν μείνει ,θα πληγωθεί! Ήξερε τι θα πει να σε απατούν, να μπαίνει κάποια άλλη στη μέση ,ήξερε πόσο πονάει  μα δεν μπορούσε να το σταματήσει.
  Τον αγαπούσε πανάθεμα  την πολύ,  αν και πολλές φορές την πλήγωνε με τα λόγια του,με την συμπεριφορά του ,με τις πράξεις του. Πολλές φορές θέλησε να φύγει από κοντά του, μα πάντα έβρισκε τον τρόπο να την κρατάει ..και αυτή έμενε ,αδύναμη να του αντισταθεί παρόλο που μπορούσε να είχε όποιον ήθελε.
  Γνώριζε πως σαν γυναίκα δεν περνούσε απαρατήρητη, θαυμαστές άπειροι, πολλοί την φλέρταραν μα αυτή δεν είχε μάτια , παρά μόνο γι'αυτόν. Το γνώριζε αυτό  ο άνθρωπός της και έτσι την  έκανε ότι ήθελε. Πόσο την πονούσε αυτό....
  Εκείνο το τετραήμερο λοιπόν, θα έλειπε η οικογένεια σε διακοπές ,ο ίδιος θα ακολουθούσε αργότερα. Της πρότεινε να πάει να τον βρει, στον δικό του χώρο, στο σπίτι του, για πρώτη φορά μετά από τόσο καιρό που γνωρίζονταν....
  Και πήγε, αισθανόταν πως έτσι θα μπορούσε να ονειρευτεί, να φανταστεί πως ήταν η μια η μοναδική, η δική του γυναίκα.  Η συνάντησή τους εκείνο το βράδυ είχε  πάθος, είχε αγάπη, συναίσθημα. Του δόθηκε όπως ποτέ. Εκείνος το ένιωσε και της  είπε πως ήταν πιο θερμή από ποτέ.
  Μα τι να του έλεγε; πως ένιωσε ελεύθερη να τον αγαπήσει στο χώρο του ,πως φαντάστηκε πως ήταν η γυναίκα του; Πως στο κρεβάτι που κοιμόταν τώρα και την αγκάλιαζε, την  φιλούσε, την αγαπούσε  θα άφηνε τη δική της "σφραγίδα" για να την σκέφτεται πιο έντονα κάθε φορά που δεν  θα ήταν μαζί;
  Δεν μίλησε, μέσα της το κράτησε όπως και πολλές άλλες σκέψεις της. Δεν ήθελε να χαλάσει τις ομορφότερες για κείνη στιγμές του ερωτά τους. Απλά  τον αγκάλιασε, του είπε "σ'αγαπώ",την πήρε στην αγκαλιά του και εκεί αποκοιμήθηκε  ευτυχισμένη.
   Το επόμενο πρωινό  την ξύπνησε με φιλιά, με χάδια, αγκαλιές  και έκαναν  έρωτα ξανά πριν φύγει για την δουλειά του. Έφτιαξε  πρωινό, που το πήραν μαζί στην βεράντα, ήταν τόσο ευτυχισμένη! Όταν έφυγε αυτή τον σκεφτόταν, τον περίμενε, ένιωθε  την ίδια λαχτάρα  ....
  Μα δεν έμελλε να κρατήσει πολύ η ευτυχία της αυτή....Βρήκε πάλι τρόπο να την πληγώσει, να της δηλητηριάσει την χαρά, την ευτυχία.
  Έφαγαν σαν αντρόγυνο το μεσημέρι, ο ένας απέναντι από τον άλλον, μίλησαν για διάφορα, μετά έκαναν πάλι έρωτα με το ίδιο πάντα πάθος. Το ίδιο  βράδυ  της μαγείρεψε εκείνος. Ποτέ δεν  είχε μαγειρέψει  ένας άντρας γι'αυτήν. Ήταν η πρώτη φορά και το απόλαυσε. Έπειτα έγινε κάτι που δεν του έδωσε ιδιαίτερη σημασία εκείνη την στιγμή, μα ήταν αρκετό να πάρει τεράστιες διαστάσεις το επόμενο πρωί. Αγαπήθηκαν πάλι με το ίδιο πάντα πάθος,εκείνο το βράδυ   σαν να  ήταν πάντα η πρώτη φορά.
  Το επόμενο πρωί  την ξύπνησε πάλι με τον συνηθισμένο πια τρόπο, πήραν το πρωινό τους ,πήγαν για ψώνια-ήταν Σάββατο- ένιωθε ευτυχισμένη.Τον αγαπούσε τόσο μα τόσο πολύ. Μα ποια χαρά, ποιά ευτυχία κρατάει για πάντα; Το περιστατικό της προηγούμενης νύχτας ήρθε να χαλάσει όλο της το κέφι και  τη χαρά . Η ευτυχία της πέταξε από την μπαλκονόπορτα και βυθίστηκε στην θάλασσα που φαινόταν πιο πέρα.
  Είχε κάνει κατά τα λεγόμενά του μια αθώα πλάκα σε μια κοινή τους φίλη, μόνο που δεν ήταν τόσο αθώα τελικά. Μιλούσε μαζί της, όταν της πέταξε πως είναι με μια ωραία γυναίκα παρέα, αυτή του απάντησε πως της λέει ψέματα για να την κάνει να ζηλέψει. Ποιός ο λόγος να ζηλέψει μια απλή φίλη, τον φίλο που της λέει κάτι τέτοιο; Είπαμε το συγκεκριμένο βράδυ δεν έδωσε την απαιτούμενη σημασία.
  Το μεσημέρι λοιπόν του Σαββάτου, ένα μήνυμά της, ήταν αρκετό να καταλάβει εκείνη πως  κάτι συνέβαινε μεταξύ τους. Του ζητούσε να της τηλεφωνήσει. Την κάλεσε λοιπόν, εκείνη άκουσε να την αποκαλεί  "αγάπη" του, "μωρό" του και να προσπαθεί να της εξηγήσει πως ήταν μια πλακίτσα όλα όσα της έλεγε το προηγούμενο βράδυ ,πως  δεν υπήρχε   άλλη γυναίκα..
   Δεν φάνηκε να πείστηκε, γιατί  τον άκουσε να της λέει"και τι έγινε αν πήγα μαζί της και δέκα -δώδεκα φορές; Δεν σημαίνει κάτι αυτό". Μίλησαν πολύ ώρα, όσο αυτή ήταν στην βεράντα και απολάμβανε  δήθεν τη θέα, μα το αυτί της έπιανε την κουβέντα. Όλος ο κόσμος γκρεμίστηκε στα πόδια της και ένιωσε μια μαχαιριά να της κόβει την καρδιά στα δυο. Μόλις έκλεισε το τηλέφωνο, παγωμένη εκείνη τον ρώτησε τι συμβαίνει μεταξύ εκείνου και της κοινής φίλης τους.
  Αρνήθηκε τα πάντα ,λέγοντας πως δεν έχει σχέση μαζί της ,αλλιώς δεν θα της μιλούσε μπροστά της έτσι,  μα εκείνη το ένιωθε πως της έλεγε ψέματα. Η κοινή φίλη ήξερε πως είχε μείνει μόνος για λίγες μέρες, άρα η συνομιλία τους έπρεπε να είναι φυσική από την μεριά του,να μην φαίνεται ότι υπάρχει άλλος στο σπίτι.
  Έτσι λοιπόν χωρίς να σκεφτεί πως η γυναίκα που ήταν μαζί του άκουγε από το μπαλκόνι ,είπε ότι είπε,και του το είπε εκείνη  σαν απάντηση σε όσα της έλεγε. Τώρα προσπαθούσε να την πείσει  πως δεν συνέβαινε τίποτα με την άλλη.Μα ήταν αδύνατον να πεισθεί,τον ρώτησε πως θα αισθανόταν αν του το έκανε αυτό εκείνη. Δεν θα του άρεσε ήταν η απάντησή του,θα στεναχωριόταν πολύ και θα πληγωνόταν. Του είπε πως το ίδιο αισθάνεται και εκείνη τώρα.
Η καρδιά της μάτωνε, πονούσε, έκλαιγε μέσα της. Ήθελε να φύγει μακριά του, να μείνει μόνη και να γλύψει τις πληγές της. Μα δεν μπορούσε, τα πόδια της την κρατούσαν εκεί, σαν να  είχαν κάνει συμφωνία μαζί του. Έμεινε το σώμα της εκεί, μα το μυαλό της ήταν στην άλλη. Αισθανόταν προδωμένη, μα περισσότερο ότι δεν την σεβόταν όσο έπρεπε. Ότι δεν την αγαπούσε όπως έλεγε, αλλά την χρησιμοποιούσε. Αμίλητη έμεινε όλο το απόγευμα, μέχρι που ήρθε η ώρα που είχαν κανονίσει από  πριν να βγούν με φίλους για καφέ.
   Μα η διάθεσή της είχε χαλάσει ,δεν ήθελε να βγει έξω μαζί του, αυτός της έλεγε πως χωρίς αυτή δεν βγαίνει ,την παρακάλεσε,της φώναξε, προσπάθησε με κάθε τρόπο να την πείσει να βγει . Οι φίλοι τους, τούς περίμεναν. Την έπεισε πολύ ώρα αργότερα.
  Βγήκαν ,προσπάθησε να είναι ευχάριστη στην παρέα, μα μέσα της πονούσε, έκλαιγε. Ήθελε να φύγει, όχι μόνο από την παρέα μα και από τον ίδιο, άλλη μια φορά. Μα άλλη μια φορά έμεινε. Στον δρόμο του γυρισμού, της έλεγε γλυκόλογα, την χάϊδευε μέσα στο αυτοκίνητο μα εκείνη έστεκε παγωμένη.
  Μόλις γύρισαν σπίτι ,εκείνος πήγε για ύπνο, της  γύρισε την πλάτη, εκείνη δεν κοιμήθηκε όλη νύχτα. Την πονούσε που δεν την αγκάλιασε, δεν την φίλησε, δεν της είπε καληνύχτα. Πόσο θα ήθελε να ήταν στην αγκαλιά του, να της δείξει την αγάπη του,να νιώσει την ζεστασιά του κορμιού του! Έμεινε άϋπνη μέχρι αργά, σκεφτόμενη τι να κάνει.
  Ο ύπνος ήρθε πολύ αργά, κοντά στα χαράματα, μα ήταν ανήσυχος και γεμάτος εφιάλτες. Όταν ξύπνησε ,εκείνος είχε σηκωθεί και έστελνε μηνύματα. Αυτό την σκότωσε, μα περισσότερο που δεν την είχε ξυπνήσει με χάδια και φιλιά όπως συνήθιζε.  Ένιωθε πως την απόφευγε, τον έχανε το καταλάβαινε, απόφαση δεν το έπαιρνε όμως.
  Ούτε εκείνο το μεσημέρι, ούτε το βράδυ την αγκάλιασε καθόλου, μιλούσαν μεν ,μα δεν ήταν όπως πριν.  Η δική της καρδιά εξακολουθούσε να αιμορραγεί. Το βράδυ της πρότεινε να πάνε μια βόλτα στην παραλία, μιας και θα έφευγε την επομένη,  έφαγαν παγωτό της μίλησε τρυφερά, την κράτησε αγκαλιά, την φίλησε.
  Μα εκείνη δεν ένιωθε τίποτα, η παγωμένη της καρδιά δεν έλεγε να ζεσταθεί και το μυαλό της ταξίδευε σε σκέψεις πικρές. Εκείνο το τετραήμερο  είχε ξεκινήσει με τους καλύτερους οιωνούς, μα κατέληξε σε τρικυμία στην ψυχή και την καρδιά της. Ένιωθε πως όλα τα έκανε για να την εφησυχάσει,τίποτα δεν πίστευε απ'όσα έλεγε ή έκανε.
  Η επόμενη ήταν μέρα εργάσιμη για εκείνον, μέρα επιστροφής για εκείνη στο σπίτι της, στην μοναξιά της, στον πόνο της, στον πληγωμένο εγωϊσμό της . Θα προσπαθούσε να γιατρέψει τις πληγές της. Μέχρι να γυρίσει από την δουλειά του ,μαγειρεύοντας σκεφτόταν όλα τα γεγονότα των δυο τελευταίων ημερών, και αποφάσισε να τον εγκαταλείψει πριν εκείνος γυρίσει σπίτι. Αισθανόταν ότι του ήταν εμπόδιο στα φλερτ και στην ζωή του.
  Έτσι του έστειλε ένα μήνυμα πως θα φύγει .Την έπεισε να μην το κάνει, να  τον περιμένει. Μετά το φαγητό την πήρε αγκαλιά, την αγάπησε μ'ενα πάθος  που  δεν είχε όρια. Σε κάποια στιγμή την ρώτησε γιατί ήθελε να φύγει, εκείνη δεν του απάντησε με αποτέλεσμα να της πει με οργή πως καμιά γυναίκα σαν εκείνη δεν φεύγει από εκείνον.
  Αυτή η φράση την έθιγε, την πρόσβαλε και πάγωσε. Η διάθεσή της άλλαξε πάλι. Δεν το έδειξε όμως. 'Αλλωστε την απόφασή της την είχε πάρει. Αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που τον αγκάλιαζε, που τον είχε δικό της. Ήθελε να πάρει μαζί της αυτή την ανάμνηση, να της κρατά συντροφιά τις μέρες που θα ήταν μόνη.
  Ήξερε πως οι επόμενες μέρες και νύχτες θα ήταν μοναχικές γι'αυτήν,γεμάτες αναμνήσεις , γεμάτες πόνο. Συνέχισαν τον έρωτά τους, χωρίς να του φανερώσει τις σκέψεις, την απόφασή της μέχρι την ώρα  που έπρεπε να φύγει εκείνη.   Άρχισε να ετοιμάζεται  για το ταξίδι της και τον χωρισμό που θα ήταν οριστικός πια για κείνη...
  Θα την πήγαινε εκείνος μέχρι την αφετηρία των λεωφορείων.....Την αποχαιρέτησε σίγουρος πως θα την ξανάβλεπε στο ραντεβού που είχαν  ορίσει πριν τα γεγονότα, αφού  ήταν σίγουρος για  την δική της αγάπη και εξάρτηση από εκείνον, μα δεν είχε δει την θλίψη στα μάτια της, ούτε την απόφασή της μέσα σε αυτά.
Σε όλο τον δρόμο της επιστροφής, οι σκέψεις της τριβελίζαν το μυαλό...μέχρι που την πήρε τηλέφωνο, τον άκουσε, της μίλησε, της είπε πως την αγαπάει ,πως θα την σκέφτεται  και πως του έλειπε ήδη....
  Και τον πίστεψε πάλι ....... Μα όχι για πολύ....Την επομένη της είπε πως εκείνη η φίλη τον ενόχλησε ξανά μ'ένα μήνυμά της, που του έλεγε πως ήταν σίγουρη  για την   σχέση  που είχε εκείνος  μαζί της, μόνο ήλπιζε να μην της είχε πει για την δική τους σχέση και τα όσα σχεδίαζαν ή   έκαναν μεταξύ τους. 
  Αυτό ήταν που λένε ο κύβος ερίφθει. Και για εκείνην μόλις είχε ριφθεί οριστικά. Του το είπε πως όλα τέλειωσαν μεταξύ τους, πως δεν θέλει να τον ξαναδεί ποτέ ξανά, και του ευχόταν κάθε ευτυχία με την άλλη. Αυτό τον θύμωσε, της είπε πως να κάνει ότι θέλει, να πάει  από εκεί που ήρθε-δεν ήταν ακριβώς η έκφραση αυτή, αλλά για ευνοήτους λόγους δεν την αναφέρω ακριβώς  όπως ειπώθηκε-μαζί με την άλλη και να τον αφήσουνε ήσυχο.
  Του είπε πως ακριβώς αυτό έκανε μόλις τώρα. Τον άφηνε ελεύθερο.  Η ψυχολογία της μετά  από αυτό, χάλια. Τον αγαπούσε γαμώτο της, μα δεν μπορούσε να μείνει. Όχι κάτω από αυτές τις συνθήκες. Όμως θα σκλήρυνε την καρδιά της και θα τον ξεπερνούσε. Έπρεπε να το κάνει, να το καταφέρει και θα τα κατάφερνε.
  Δεν πέρασαν όμως ούτε δυο ώρες από εκείνη την στιγμή, της τηλεφώνησε, της είπε πως είναι χάλια, δεν μπορεί να φάει, ούτε έχει μυαλό να ετοιμαστεί για το ταξίδι του, την αγαπούσε της είπε, την ήθελε, πως η άλλη ήταν μια τρελλή με ψυχολογικά προβλήματα, δεν ήθελε σχέση μαζί της ούτε καν φιλική.  Δεν είχε πρόθεση να κάνει κάτι  μαζί της ποτέ, ότι η άλλη τον προκαλούσε αλλά θα της το ξέκοβε. 
  Την παρακάλεσε να γυρίσει σε αυτόν πίσω, την αγαπούσε γαμώτο, την ήθελε. Του  είπε πως δεν τον πιστεύει πια, της ζήτησε να το ξανασκεφτεί μέχρι να γυρίσει από τις διακοπές του, θα της έδινε χρόνο, μα ευχόταν η απόφασή της να ήταν θετική για εκείνον.  Υποσχέθηκε να το σκεφτεί, του ευχήθηκε καλό ταξίδι και έκλεισαν.
  




Η συνέχεια στο βιβλίο..........


Το μείον μου; η αδυναμία που σου'χω.....


Πάντα μου έλεγες πως  έχεις πολλές αδυναμίες...
 οι γυναίκες η μεγαλύτερη σου...
ποτέ δεν κατάλαβες ,πόσο πονούσα...
ότι  και αν έλεγα, ότι και αν έκανα...
παρακαλούσες να μείνω, όταν έφευγα 
μ'αγαπάς έλεγες θυμάσαι;
υποσχέσεις μου έδινες να σταματήσεις
αυτό το παιχνιδάκι που εσύ έλεγες πως κάνεις
"θ'αλλάξω θα δεις" έλεγες 
μόνο μαζί σου ,θα είμαι
 κοντά σου όπως τότε 
στις πρώτες μας φορές....
καμιά δεν υπάρχει
μόνο εσύ...
και εγώ γυρνούσα
γιατί σε πίστευα
μα εσύ πάντα δεδομένη
με θεωρούσες
και πάλι από την αρχή 
ξαναρχινούσες
βλέπεις είχα και εγώ μια μοναδική 
αδυναμία....εσένα....
η μόνη αδυναμία μου εσύ....
το μόνο μείον μου....
εγώ σε αγαπούσα
εσύ όχι...
και τώρα που φεύγω
που με το ίδιο νόμισμα 
εγώ σε πληρώνω
πονάς; γιατί;
εγωισμός; αγάπη; 
τι νιώθεις  πες μου τι;
μια φορά την αλήθεια σου ν'ακούσω...

Πονάς ακόμα και αν εσύ έχεις δώσει το τέλος!


  Έρχονται στιγμές στη ζωή σου που πρέπει ν'αποφασίσεις αν θα μείνεις ή αν θα φύγεις.
Η απόφαση δύσκολη μιας και ξέρεις πως το ίδιο θα πονέσεις.Τον αγαπάς πολύ και όμως του λες αντίο.
 Αντίο γιατί δεν σ'αγάπησε όσο εσύ εκείνον,αντίο γιατί σε πλήγωσε και συνεχίζει να σε πληγώνει.
 Αντίο στα ονειρά σου, στην καρδιά σου μα  όχι αντίο στον πόνο σου. Αυτός μόνιμος κάτοικος της καρδιάς σου,η μοναξιά σου πιστή σου φίλη μα που δεν μπορεί να σε βοηθήσει να ξεχάσεις.
 Να ξεχάσεις τα όσα έζησες μαζί του,τα φιλιά ,την αγκαλιά του. Το νιώθεις  πως  τον αγαπάς, τον θέλεις, πονάς, νοιάζεσαι. Ξέρεις πως τον πληγώνεις μα πληγώνεσαι και εσύ.
  Τα σημάδια του χαραγμένα με ανεξίτηλο μελάνι, εκεί στην καρδιά σου, στο σώμα σου, στο μυαλό σου.
 Φεύγεις και όμως το μυαλό και η καρδιά σου δεν σ'ακολουθούν, μένουν πίσω , κοντά του. Κάποιοι το λένε Έρωτα αυτό που νιώθεις, κάποιοι λατρεία, άλλοι πάλι αρρώστια, μανία . Μόνο που δεν έχει θεραπεία, η επιστήμη δυστυχώς  δεν  έκανε το θαύμα της εκεί, το φάρμακο να βρεί, να ξεχνάς αυτό που αγαπάς.....αυτό που σε πληγώνει.......
  Του φωνάζεις : να το ξέρεις πάντα θα σε αγαπώ ,ποτέ δεν θα σε ξεχάσω. Μα δεν σ'ακούει γιατί είσαι ήδη μακριά, ελπίζεις ο αγέρας να πάρει την φωνή σου και να την ταξιδέψει μακριά,εκεί που βρίσκεται. 
  Αν λοιπόν αγάπη μου  κάποιο αεράκι σε φυσήξει,
να ξέρεις είναι η φωνή μου,
αν στον ύπνο σου ένα χάδι αισθανθείς
θα είναι το δικό μου,
αν στο όνειρό σου έρθω γελαστή
να ξέρεις θα πονάω
και αν άνεμο δυνατό  ακούσεις 
από το παράθυρό σου
να ξέρεις είναι η κραυγή μου
που σου φωνάζει 
Σ'ΑΓΑΠΩ!!!!!

Ένα γράμμα!


                                                    Αγαπημένε μου!
     Όταν θα διαβάζεις αυτό το γράμμα ,εγώ θα έχω φύγει.
  Από το σπίτι σου και την ζωή σου. Με συγχωρείς που φεύγω έτσι στα κρυφά, μα δεν γίνεται αλλιώς....
 Με πλήγωσες και με  πρόδωσες. Μου έλεγες πάντα ότι έψαχνες συναίσθημα στη ζωή σου και ότι το βρήκες σε μένα. Μα φαίνεται δεν είναι έτσι, αφού φλερτάρεις και παίζεις με πολλές.
  Τα μηνύματά σου σε όλες αυτές είναι η απόδειξη....Τα γραφτά σου μηνύματα.....
  Μου είπες όταν σε ρώτησα ,ότι κάνεις πλάκα.....Πλάκα με όλες αυτές.... Το ξέρουν όλες αυτές ότι τους κάνεις πλάκα; Δεν σκέφτεσαι ότι έτσι ,εκτός από μένα πληγώνεις και αυτές; Αυτές που δεν ξέρουν την σχέση μας και ίσως  πιστεύουν πως σοβαρολογείς;
  Σε ξαναρωτώ λοιπόν....Η μάλλον σου ζητώ να μπεις στην θέση τους...Αν κάποια σε πιστέψει και επενδύσει επάνω σου,τι θα της πεις μετά;
 Συγνώμη μα πλάκα έκανα; Σε δούλευα ψιλό γαζί; Ή θα δεχτείς να πας μαζί της έχοντας εμένα απατήσει; Γι'αυτό λοιπόν σε αφήνω ελεύθερο να κάνεις ότι θες, να παίξεις και να κοροϊδέψεις όσες θες, να ερωτευτείς όποια θες....Πονάω που σε αφήνω, μα πονάω και πληγώνομαι περισσότερο μαζί σου.....Δεν μ'αγάπησες ποτέ πραγματικά..... 
  Δεν σου κρατώ κακία, δεν σου ρίχνω ευθύνες...Με μένα τα έχω που άφησα τον εαυτό μου ελεύθερο να εμπιστευτεί ξανά,ν'αγαπήσει.....εσένα......
   Μην με ψάξεις,  μην με ακολουθήσεις.. Δεν ωφελεί...
Εύχομαι να βρεις κάποτε κάποια,  να την αγαπήσεις πραγματικά και πολύ.  Να σε αγαπήσει και εκείνη περισσότερο απ'όσο εγώ....Να ευτυχίσεις πραγματικά....
  Θέλω μόνο μια χάρη, ας είναι η τελευταία που ζητώ. Όταν την βρεις και αξίζει πραγματικά, σε παρακαλώ εκτίμησέ τη και σεβάσου τη...Αγάπησέ τη πραγματικά.....Κάτι που δεν έκανες με μένα... Σε ικετεύω μην την πληγώσεις, όπως εμένα..... 
                                                                                                                     Σε φιλώ αγαπημένε μου....
  



Απόσπασμα από το ακυκλοφόρητο βιβλίο μου......



Σε όσους αγαπάς να λες πάντα :Σ'αγαπώ!


 Εκείνο το πρωί ξεκίνησα για την δουλειά μου χωρίς να διαισθάνομαι ότι κάτι θα μου συμβεί...
Ξεκίνησα με μια χαρά και ένα κέφι ,που είχα καιρό να νιώσω...Ήπια τον καφέ μου, άνοιξα σιγά-σιγά την πόρτα που κοιμόταν η μικρή μου,της έδωσα ένα πεταχτό φιλί στον αέρα και έφυγα. Όλα πήγαιναν μια χαρά, η δουλειά τέλεια, οι πελάτες ευχαριστημένοι...
  Είχα αρχίσει να σιγοτραγουδώ, έτσι από ευχαρίστηση...χωρίς ιδιαίτερο λόγο καθώς προχωρούσα ....
 Ξαφνικά άκουσα στριγλίσματα φρένων, μετά τον κρότο από αυτοκίνητα που συγκρούονταν  και σκέφτηκα:      μέρα μεσημέρι πως έγινε και τράκαραν  σε διασταύρωση μάλιστα που είχε φανάρι;
  Πριν προλάβω να ολοκληρώσω την σκέψη μου , γύρισα το κεφάλι μου να δω τι έγινε....
 Θεέ μου!! ένα αυτοκίνητο ερχόταν καταπάνω μου κάνοντας τούμπες πάνω στο πεζοδρόμιο...Με το τρακάρισμα, έχασε τον έλεγχο ο οδηγός και ανέβαινε τουμπάροντας στο πεζοδρόμιο.....
 Ασυναίσθητα  έκανα μερικά βήματα πίσω, προσπαθώντας να το αποφύγω, μα εκείνο συνέχιζε την τρελή πορεία του λες και με είχε βάλει σημάδι...
 Έμεινα εκεί μαρμαρωμένη από το σοκ, το μόνο που ευχόμουν ήταν να σταματήσει.  Να μην πέσει πάνω μου και με συνθλίψει. Ο κόσμος που είχε στο μεταξύ μαζευτεί μιλούσε και φώναζε .Δεν μπορούσα να καταλάβω αν φώναζαν σε μένα να απομακρυνθώ ή αν έβριζαν τους οδηγούς.
   Ήμουν παγωμένη, νόμιζα πως είχε φτάσει το τέλος μου. Σαν σε κινηματογραφική ταινία σε αργή κίνηση έβλεπα όλη  τη ζωή μου να περνάει  μπροστά στα μάτια μου....Είδα και την κόρη μου  ,να κλαίει πάνω από ένα τάφο....Τον δικό μου τάφο...
  Άνοιξα  το στόμα μου να της φωνάξω, να της πω :"μωρό μου σ'αγαπώ",{δεν της είχα πει σ'αγαπώ εκείνο το πρωί}... μα φωνή δεν έβγαινε ...Κάτι μου έκλεινε το στόμα, η αναπνοή μου βάρυνε και το κεφάλι μου άδειασε.... 
 Μα πεθαμένος άνθρωπος μιλάει; Δεν μιλάει! 
 Άρχισα να κλαίω....Να φωνάζω...Κάποια χέρια με άρπαξαν και με ταρακούνησαν....Μου μιλούσαν, μα φωνή δεν άκουγα....Ούτε την δική μου... Ξαφνικά αισθάνθηκα ένα δυνατό κάψιμο στο μάγουλο....Ήταν ένα χέρι που προσγειώθηκε εκεί για να με συνεφέρει, δίνοντας μου ένα χαστούκι.... Άνοιξα τα μάτια μου....Είδα κόσμο μαζεμένο γύρω μου, κάποιος με κρατούσε αγκαλιά, ενώ με είχε μισοξαπλώσει στο πεζοδρόμιο...
  Φορούσε λευκή μπλούζα, σαν αυτή που φορούν οι γιατροί....Άρχισε να μου μιλά, τον άκουγα σαν σε όνειρο...Με ρωτούσε διάφορα και περίμενε απαντήσεις....Δεν μπορούσα να μιλήσω....κοιτούσα γύρω μου σαν χαμένη ,προσπαθώντας να καταλάβω που βρίσκομαι....
 Είδα το αυτοκίνητο λίγα εκατοστά μακριά μου και ξαφνικά τα θυμήθηκα όλα...Το σοκ ήταν τέτοιο που άρχισα να κλαίω με λυγμούς.....Δεν άκουγα κανέναν και τίποτα....Σκεφτόμουν πως από θαύμα γλύτωσα....Πως είμαι ζωντανή ,όχι νεκρή.....Το παιδί μου θα μ'έβλεπε πάλι και εγώ θα το κρατούσα πάλι αγκαλιά....
  Και να τα κλάμματα πάλι εγώ.....Και να τρέμω λες και είχε 30 βαθμούς μείον , ενώ ήταν καλοκαίρι....
Οι άνθρωποι από το ασθενοφόρο, με έβαλαν σ'ένα φορείο και με μετέφεραν στο νοσοκομείο....Θυμάμαι με κράτησαν ένα εικοσιτετράωρο με ενέσεις ηρεμιστικές και ορό  ,μέχρι να ξεπεράσω το σοκ.... Η κόρη μου μόλις την ειδοποίησαν ήρθε να με δει.....
 Κλαίγαμε η μια στην αγκαλιά της άλλης, λέγοντας συνέχεια: Σ'αγαπώ μωρό μου πολύ.......... Μια νοσοκόμα που μπήκε να δει πως είμαι, έδιωξε το παιδί....του είπε πως μου κάνει κακό να κλαίω στην κατάστασή μου...Όταν συνήλθα με άφησαν να φύγω.....Πηγαίνοντας σπίτι ,το πρώτο πράγμα που έκανα, ήταν να της πω πόσο την αγαπάω....Της υποσχέθηκα πως κάθε μέρα, κάθε λεπτό, κάθε στιγμή θα της το λέω....
 Ποτέ δεν ξέρουμε τι μας επιφυλάσσει η μοίρα....Ποτέ δεν ξέρουμε τι μας περιμένει στην επόμενη στροφή του δρόμου και της ζωής μας.... Γι'αυτό πάντα να λέμε "σ'αγαπώ" στους ανθρώπους που αγαπάμε..Δεν μας κοστίζει τίποτα, αλλά δίνουμε τόση χαρά...και παίρνουμε όταν μας το λένε... Πες τε το....Πρίν να είναι αργά....