Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2011

Αναμνήσεις!!!!


 Εκείνο το τετραήμερο το είχαν κανονίσει από μέρες...Το περίμενε με λαχτάρα και αγωνία. Επιτέλους θα τον είχε όλον δικό της για τέσσερις ολόκληρες μέρες και νύχτες. Θα ζούσαν σαν αληθινό ζευγάρι. Δεν ήταν μόνο η απόσταση που τους χώριζε. Ήταν πολλά μα το πιο σοβαρό ήταν, ότι ήταν κατά το ελάχιστο δικός της. Ήταν ένας απαγορευμένος για κείνη έρωτας.
  Ήταν -ίσως να είναι ακόμα- παντρεμένος. Είχε δική του οικογένεια. Γνωρίστηκαν τυχαία και αγαπήθηκαν. Εκείνη δηλαδή τον αγάπησε πολύ. Ίσως και εκείνος, δεν ξέρει να το πει με σιγουριά, ούτε τώρα. Κρυφά  ραντεβού, κρυφές συναντήσεις, κρυφά φιλιά και αγκαλιές.
  Ένιωθε πως κλέβει από την χαρά της άλλης και αυτό την σκότωνε...Πως η αγάπη της, ο ερωτάς της ήταν δανεικά. Στεναχωριόταν που ήταν η "άλλη" γυναίκα στη ζωή του και όχι η δική του. Αναρωτιόταν πολλές φορές αν έπρεπε να σταματήσει να τον βλέπει και ας τον αγαπούσε τόσο.....
  Δεν της άρεσε να μπαίνει ανάμεσα στο "νόμιμο"ζευγάρι και ας της έλεγε πως τίποτα  δεν τον έδενε  μαζί της, πως αυτή ήταν ο έρωτας της ζωής του και κοντά της είχε βρει χαρά, ευτυχία, αγάπη-πιστεύω πως κάθε παντρεμένος το ίδιο θα έλεγε.
  Έκλεινε τα μάτια,τ'αυτιά της, να μην βλέπει να μην ακούει την φωνή της λογικής που της έλεγε να φύγει μακριά....Και  κείνο το καταραμένο ένστικτό της  που της έλεγε πως αν μείνει ,θα πληγωθεί! Ήξερε τι θα πει να σε απατούν, να μπαίνει κάποια άλλη στη μέση ,ήξερε πόσο πονάει  μα δεν μπορούσε να το σταματήσει.
  Τον αγαπούσε πανάθεμα  την πολύ,  αν και πολλές φορές την πλήγωνε με τα λόγια του,με την συμπεριφορά του ,με τις πράξεις του. Πολλές φορές θέλησε να φύγει από κοντά του, μα πάντα έβρισκε τον τρόπο να την κρατάει ..και αυτή έμενε ,αδύναμη να του αντισταθεί παρόλο που μπορούσε να είχε όποιον ήθελε.
  Γνώριζε πως σαν γυναίκα δεν περνούσε απαρατήρητη, θαυμαστές άπειροι, πολλοί την φλέρταραν μα αυτή δεν είχε μάτια , παρά μόνο γι'αυτόν. Το γνώριζε αυτό  ο άνθρωπός της και έτσι την  έκανε ότι ήθελε. Πόσο την πονούσε αυτό....
  Εκείνο το τετραήμερο λοιπόν, θα έλειπε η οικογένεια σε διακοπές ,ο ίδιος θα ακολουθούσε αργότερα. Της πρότεινε να πάει να τον βρει, στον δικό του χώρο, στο σπίτι του, για πρώτη φορά μετά από τόσο καιρό που γνωρίζονταν....
  Και πήγε, αισθανόταν πως έτσι θα μπορούσε να ονειρευτεί, να φανταστεί πως ήταν η μια η μοναδική, η δική του γυναίκα.  Η συνάντησή τους εκείνο το βράδυ είχε  πάθος, είχε αγάπη, συναίσθημα. Του δόθηκε όπως ποτέ. Εκείνος το ένιωσε και της  είπε πως ήταν πιο θερμή από ποτέ.
  Μα τι να του έλεγε; πως ένιωσε ελεύθερη να τον αγαπήσει στο χώρο του ,πως φαντάστηκε πως ήταν η γυναίκα του; Πως στο κρεβάτι που κοιμόταν τώρα και την αγκάλιαζε, την  φιλούσε, την αγαπούσε  θα άφηνε τη δική της "σφραγίδα" για να την σκέφτεται πιο έντονα κάθε φορά που δεν  θα ήταν μαζί;
  Δεν μίλησε, μέσα της το κράτησε όπως και πολλές άλλες σκέψεις της. Δεν ήθελε να χαλάσει τις ομορφότερες για κείνη στιγμές του ερωτά τους. Απλά  τον αγκάλιασε, του είπε "σ'αγαπώ",την πήρε στην αγκαλιά του και εκεί αποκοιμήθηκε  ευτυχισμένη.
   Το επόμενο πρωινό  την ξύπνησε με φιλιά, με χάδια, αγκαλιές  και έκαναν  έρωτα ξανά πριν φύγει για την δουλειά του. Έφτιαξε  πρωινό, που το πήραν μαζί στην βεράντα, ήταν τόσο ευτυχισμένη! Όταν έφυγε αυτή τον σκεφτόταν, τον περίμενε, ένιωθε  την ίδια λαχτάρα  ....
  Μα δεν έμελλε να κρατήσει πολύ η ευτυχία της αυτή....Βρήκε πάλι τρόπο να την πληγώσει, να της δηλητηριάσει την χαρά, την ευτυχία.
  Έφαγαν σαν αντρόγυνο το μεσημέρι, ο ένας απέναντι από τον άλλον, μίλησαν για διάφορα, μετά έκαναν πάλι έρωτα με το ίδιο πάντα πάθος. Το ίδιο  βράδυ  της μαγείρεψε εκείνος. Ποτέ δεν  είχε μαγειρέψει  ένας άντρας γι'αυτήν. Ήταν η πρώτη φορά και το απόλαυσε. Έπειτα έγινε κάτι που δεν του έδωσε ιδιαίτερη σημασία εκείνη την στιγμή, μα ήταν αρκετό να πάρει τεράστιες διαστάσεις το επόμενο πρωί. Αγαπήθηκαν πάλι με το ίδιο πάντα πάθος,εκείνο το βράδυ   σαν να  ήταν πάντα η πρώτη φορά.
  Το επόμενο πρωί  την ξύπνησε πάλι με τον συνηθισμένο πια τρόπο, πήραν το πρωινό τους ,πήγαν για ψώνια-ήταν Σάββατο- ένιωθε ευτυχισμένη.Τον αγαπούσε τόσο μα τόσο πολύ. Μα ποια χαρά, ποιά ευτυχία κρατάει για πάντα; Το περιστατικό της προηγούμενης νύχτας ήρθε να χαλάσει όλο της το κέφι και  τη χαρά . Η ευτυχία της πέταξε από την μπαλκονόπορτα και βυθίστηκε στην θάλασσα που φαινόταν πιο πέρα.
  Είχε κάνει κατά τα λεγόμενά του μια αθώα πλάκα σε μια κοινή τους φίλη, μόνο που δεν ήταν τόσο αθώα τελικά. Μιλούσε μαζί της, όταν της πέταξε πως είναι με μια ωραία γυναίκα παρέα, αυτή του απάντησε πως της λέει ψέματα για να την κάνει να ζηλέψει. Ποιός ο λόγος να ζηλέψει μια απλή φίλη, τον φίλο που της λέει κάτι τέτοιο; Είπαμε το συγκεκριμένο βράδυ δεν έδωσε την απαιτούμενη σημασία.
  Το μεσημέρι λοιπόν του Σαββάτου, ένα μήνυμά της, ήταν αρκετό να καταλάβει εκείνη πως  κάτι συνέβαινε μεταξύ τους. Του ζητούσε να της τηλεφωνήσει. Την κάλεσε λοιπόν, εκείνη άκουσε να την αποκαλεί  "αγάπη" του, "μωρό" του και να προσπαθεί να της εξηγήσει πως ήταν μια πλακίτσα όλα όσα της έλεγε το προηγούμενο βράδυ ,πως  δεν υπήρχε   άλλη γυναίκα..
   Δεν φάνηκε να πείστηκε, γιατί  τον άκουσε να της λέει"και τι έγινε αν πήγα μαζί της και δέκα -δώδεκα φορές; Δεν σημαίνει κάτι αυτό". Μίλησαν πολύ ώρα, όσο αυτή ήταν στην βεράντα και απολάμβανε  δήθεν τη θέα, μα το αυτί της έπιανε την κουβέντα. Όλος ο κόσμος γκρεμίστηκε στα πόδια της και ένιωσε μια μαχαιριά να της κόβει την καρδιά στα δυο. Μόλις έκλεισε το τηλέφωνο, παγωμένη εκείνη τον ρώτησε τι συμβαίνει μεταξύ εκείνου και της κοινής φίλης τους.
  Αρνήθηκε τα πάντα ,λέγοντας πως δεν έχει σχέση μαζί της ,αλλιώς δεν θα της μιλούσε μπροστά της έτσι,  μα εκείνη το ένιωθε πως της έλεγε ψέματα. Η κοινή φίλη ήξερε πως είχε μείνει μόνος για λίγες μέρες, άρα η συνομιλία τους έπρεπε να είναι φυσική από την μεριά του,να μην φαίνεται ότι υπάρχει άλλος στο σπίτι.
  Έτσι λοιπόν χωρίς να σκεφτεί πως η γυναίκα που ήταν μαζί του άκουγε από το μπαλκόνι ,είπε ότι είπε,και του το είπε εκείνη  σαν απάντηση σε όσα της έλεγε. Τώρα προσπαθούσε να την πείσει  πως δεν συνέβαινε τίποτα με την άλλη.Μα ήταν αδύνατον να πεισθεί,τον ρώτησε πως θα αισθανόταν αν του το έκανε αυτό εκείνη. Δεν θα του άρεσε ήταν η απάντησή του,θα στεναχωριόταν πολύ και θα πληγωνόταν. Του είπε πως το ίδιο αισθάνεται και εκείνη τώρα.
Η καρδιά της μάτωνε, πονούσε, έκλαιγε μέσα της. Ήθελε να φύγει μακριά του, να μείνει μόνη και να γλύψει τις πληγές της. Μα δεν μπορούσε, τα πόδια της την κρατούσαν εκεί, σαν να  είχαν κάνει συμφωνία μαζί του. Έμεινε το σώμα της εκεί, μα το μυαλό της ήταν στην άλλη. Αισθανόταν προδωμένη, μα περισσότερο ότι δεν την σεβόταν όσο έπρεπε. Ότι δεν την αγαπούσε όπως έλεγε, αλλά την χρησιμοποιούσε. Αμίλητη έμεινε όλο το απόγευμα, μέχρι που ήρθε η ώρα που είχαν κανονίσει από  πριν να βγούν με φίλους για καφέ.
   Μα η διάθεσή της είχε χαλάσει ,δεν ήθελε να βγει έξω μαζί του, αυτός της έλεγε πως χωρίς αυτή δεν βγαίνει ,την παρακάλεσε,της φώναξε, προσπάθησε με κάθε τρόπο να την πείσει να βγει . Οι φίλοι τους, τούς περίμεναν. Την έπεισε πολύ ώρα αργότερα.
  Βγήκαν ,προσπάθησε να είναι ευχάριστη στην παρέα, μα μέσα της πονούσε, έκλαιγε. Ήθελε να φύγει, όχι μόνο από την παρέα μα και από τον ίδιο, άλλη μια φορά. Μα άλλη μια φορά έμεινε. Στον δρόμο του γυρισμού, της έλεγε γλυκόλογα, την χάϊδευε μέσα στο αυτοκίνητο μα εκείνη έστεκε παγωμένη.
  Μόλις γύρισαν σπίτι ,εκείνος πήγε για ύπνο, της  γύρισε την πλάτη, εκείνη δεν κοιμήθηκε όλη νύχτα. Την πονούσε που δεν την αγκάλιασε, δεν την φίλησε, δεν της είπε καληνύχτα. Πόσο θα ήθελε να ήταν στην αγκαλιά του, να της δείξει την αγάπη του,να νιώσει την ζεστασιά του κορμιού του! Έμεινε άϋπνη μέχρι αργά, σκεφτόμενη τι να κάνει.
  Ο ύπνος ήρθε πολύ αργά, κοντά στα χαράματα, μα ήταν ανήσυχος και γεμάτος εφιάλτες. Όταν ξύπνησε ,εκείνος είχε σηκωθεί και έστελνε μηνύματα. Αυτό την σκότωσε, μα περισσότερο που δεν την είχε ξυπνήσει με χάδια και φιλιά όπως συνήθιζε.  Ένιωθε πως την απόφευγε, τον έχανε το καταλάβαινε, απόφαση δεν το έπαιρνε όμως.
  Ούτε εκείνο το μεσημέρι, ούτε το βράδυ την αγκάλιασε καθόλου, μιλούσαν μεν ,μα δεν ήταν όπως πριν.  Η δική της καρδιά εξακολουθούσε να αιμορραγεί. Το βράδυ της πρότεινε να πάνε μια βόλτα στην παραλία, μιας και θα έφευγε την επομένη,  έφαγαν παγωτό της μίλησε τρυφερά, την κράτησε αγκαλιά, την φίλησε.
  Μα εκείνη δεν ένιωθε τίποτα, η παγωμένη της καρδιά δεν έλεγε να ζεσταθεί και το μυαλό της ταξίδευε σε σκέψεις πικρές. Εκείνο το τετραήμερο  είχε ξεκινήσει με τους καλύτερους οιωνούς, μα κατέληξε σε τρικυμία στην ψυχή και την καρδιά της. Ένιωθε πως όλα τα έκανε για να την εφησυχάσει,τίποτα δεν πίστευε απ'όσα έλεγε ή έκανε.
  Η επόμενη ήταν μέρα εργάσιμη για εκείνον, μέρα επιστροφής για εκείνη στο σπίτι της, στην μοναξιά της, στον πόνο της, στον πληγωμένο εγωϊσμό της . Θα προσπαθούσε να γιατρέψει τις πληγές της. Μέχρι να γυρίσει από την δουλειά του ,μαγειρεύοντας σκεφτόταν όλα τα γεγονότα των δυο τελευταίων ημερών, και αποφάσισε να τον εγκαταλείψει πριν εκείνος γυρίσει σπίτι. Αισθανόταν ότι του ήταν εμπόδιο στα φλερτ και στην ζωή του.
  Έτσι του έστειλε ένα μήνυμα πως θα φύγει .Την έπεισε να μην το κάνει, να  τον περιμένει. Μετά το φαγητό την πήρε αγκαλιά, την αγάπησε μ'ενα πάθος  που  δεν είχε όρια. Σε κάποια στιγμή την ρώτησε γιατί ήθελε να φύγει, εκείνη δεν του απάντησε με αποτέλεσμα να της πει με οργή πως καμιά γυναίκα σαν εκείνη δεν φεύγει από εκείνον.
  Αυτή η φράση την έθιγε, την πρόσβαλε και πάγωσε. Η διάθεσή της άλλαξε πάλι. Δεν το έδειξε όμως. 'Αλλωστε την απόφασή της την είχε πάρει. Αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που τον αγκάλιαζε, που τον είχε δικό της. Ήθελε να πάρει μαζί της αυτή την ανάμνηση, να της κρατά συντροφιά τις μέρες που θα ήταν μόνη.
  Ήξερε πως οι επόμενες μέρες και νύχτες θα ήταν μοναχικές γι'αυτήν,γεμάτες αναμνήσεις , γεμάτες πόνο. Συνέχισαν τον έρωτά τους, χωρίς να του φανερώσει τις σκέψεις, την απόφασή της μέχρι την ώρα  που έπρεπε να φύγει εκείνη.   Άρχισε να ετοιμάζεται  για το ταξίδι της και τον χωρισμό που θα ήταν οριστικός πια για κείνη...
  Θα την πήγαινε εκείνος μέχρι την αφετηρία των λεωφορείων.....Την αποχαιρέτησε σίγουρος πως θα την ξανάβλεπε στο ραντεβού που είχαν  ορίσει πριν τα γεγονότα, αφού  ήταν σίγουρος για  την δική της αγάπη και εξάρτηση από εκείνον, μα δεν είχε δει την θλίψη στα μάτια της, ούτε την απόφασή της μέσα σε αυτά.
Σε όλο τον δρόμο της επιστροφής, οι σκέψεις της τριβελίζαν το μυαλό...μέχρι που την πήρε τηλέφωνο, τον άκουσε, της μίλησε, της είπε πως την αγαπάει ,πως θα την σκέφτεται  και πως του έλειπε ήδη....
  Και τον πίστεψε πάλι ....... Μα όχι για πολύ....Την επομένη της είπε πως εκείνη η φίλη τον ενόχλησε ξανά μ'ένα μήνυμά της, που του έλεγε πως ήταν σίγουρη  για την   σχέση  που είχε εκείνος  μαζί της, μόνο ήλπιζε να μην της είχε πει για την δική τους σχέση και τα όσα σχεδίαζαν ή   έκαναν μεταξύ τους. 
  Αυτό ήταν που λένε ο κύβος ερίφθει. Και για εκείνην μόλις είχε ριφθεί οριστικά. Του το είπε πως όλα τέλειωσαν μεταξύ τους, πως δεν θέλει να τον ξαναδεί ποτέ ξανά, και του ευχόταν κάθε ευτυχία με την άλλη. Αυτό τον θύμωσε, της είπε πως να κάνει ότι θέλει, να πάει  από εκεί που ήρθε-δεν ήταν ακριβώς η έκφραση αυτή, αλλά για ευνοήτους λόγους δεν την αναφέρω ακριβώς  όπως ειπώθηκε-μαζί με την άλλη και να τον αφήσουνε ήσυχο.
  Του είπε πως ακριβώς αυτό έκανε μόλις τώρα. Τον άφηνε ελεύθερο.  Η ψυχολογία της μετά  από αυτό, χάλια. Τον αγαπούσε γαμώτο της, μα δεν μπορούσε να μείνει. Όχι κάτω από αυτές τις συνθήκες. Όμως θα σκλήρυνε την καρδιά της και θα τον ξεπερνούσε. Έπρεπε να το κάνει, να το καταφέρει και θα τα κατάφερνε.
  Δεν πέρασαν όμως ούτε δυο ώρες από εκείνη την στιγμή, της τηλεφώνησε, της είπε πως είναι χάλια, δεν μπορεί να φάει, ούτε έχει μυαλό να ετοιμαστεί για το ταξίδι του, την αγαπούσε της είπε, την ήθελε, πως η άλλη ήταν μια τρελλή με ψυχολογικά προβλήματα, δεν ήθελε σχέση μαζί της ούτε καν φιλική.  Δεν είχε πρόθεση να κάνει κάτι  μαζί της ποτέ, ότι η άλλη τον προκαλούσε αλλά θα της το ξέκοβε. 
  Την παρακάλεσε να γυρίσει σε αυτόν πίσω, την αγαπούσε γαμώτο, την ήθελε. Του  είπε πως δεν τον πιστεύει πια, της ζήτησε να το ξανασκεφτεί μέχρι να γυρίσει από τις διακοπές του, θα της έδινε χρόνο, μα ευχόταν η απόφασή της να ήταν θετική για εκείνον.  Υποσχέθηκε να το σκεφτεί, του ευχήθηκε καλό ταξίδι και έκλεισαν.
  




Η συνέχεια στο βιβλίο..........


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου