Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2012

Μια άσχημη εμπειρία....


  Βρόντηξε την πόρτα πίσω της και έφυγε τρέχοντας...τι τρέχοντας δηλαδή;...όσο την κρατούσαν τα πόδια της....που πήγαινε ούτε η ίδια  ήξερε...ούτε το παιδί της σκέφτηκε....το μόνο που ήξερε ήταν πως έπερεπε να φύγει από εκεί...μακριά...να γλυτώσει...όχι την ζωή της...αυτή δεν είχε καμιά σημασία πια..
  Τα  μάγουλά της,  τα αυλάκωναν τα δάκρυα....δάκρυα πικρά, κόκκινα....βαμμένα από το αίμα της καρδιάς της...θολά τα μάτια της...οι σκέψεις της πολλές, την βασάνιζαν...και η απόφαση που πήρε τελεσίδικη... δεν είχε λόγους να ζει...και που ζούσε τι κατάλαβε; πίκρες συνέχεια...μια σταγόνα ευτυχίας, μα άγρια νεροποντή οι πίκρες...πως να ισορροπήσουν αυτά τα δυο; και πάντα αυτή ο φταίχτης...για όλους...για όλα....
  Ποια; αυτή που έτρεχε για όλους....που βρισκόταν σε όλες τους τις δύσκολες στιγμές...μάνα, πατέρας, σύζυγος, ερωμένη, υπηρέτρια μα και εργαζόμενη γυναίκα....τίποτα δεν έλειπε από κανέναν τους...και ποιό ήταν το ευχαριστώ; Να την δικάζουν χωρίς απολογία, χωρίς αποδείξεις, χωρίς αιτία....γιατί; επειδή σήκωσε επιτέλους κεφάλι και είπε:
  "τέλος μέχρι εδώ; δεν πάει άλλο;"  Και οι αδελφές του; τι της ήθελε της αδελφές του; μπήκε ποτέ εκείνη στα οικογενειακά τους; και τι ήθελαν τον διάλογο -όπως της είπαν- αν δεν ήταν διαθετιμένες να κάνουν διάλογο;
 Να την δικάσουν ήθελαν... γιατί ;  επειδή αποφάσισε να τον χωρίσει; επειδή η καταπίεση και η αδικία από μέρους του είχε φτάσει στο απροχώρητο.  Γιατί δεν την άφηναν να πει τα παράπονα της; μπροστά ήταν και ο ίδιος...αν έλεγε κάτι λάθος, κάποιο ψέμα  θα μπορούσε να διαμαρτυρηθεί...μα πάντα δειλός ήταν....άλλους έφερνε να βγάζουν το φίδι από την τρύπα ... 
  Έτσι και τώρα....καταιγίδα τα μη και τα  πρέπει...μέχρι που η μια αδελφή του, την έπιασε από τον λαιμό λέγοντας της: "έτσι και πάθει τίποτα ο αδελφός μου -εννοούσε τάχα από την στεναχώρια του-  θα σε σκοτώσω μωρή πουτάνα....λεφτά έχω...θα πληρώσω και θα σε σκοτώσω...εσύ θα πας στο χώμα αλλά εγώ δεν θα πάω φυλακή"...
  Δεν άντεξε αυτή τότε...με μια κλωτσιά  την έσπρωξε πέρα και έφυγε τρέχοντας -όχι όμως πριν προλάβει να την πιάσει  ο άντρας της πάλι από τον λαιμό, φοβερίζοντας την πως αν έφευγε εκείνη την στιγμή, δεν θα την άφηνε να ξαναγυρίσει...που; στο δικό της σπίτι! μα δεν το είχε σκοπό έτσι και αλλιώς- ούτε τον πόνο, ούτε τις μελανιές στον λαιμό της ένιωθε...μόνο τον πόνο της ψυχής της...μόνο αυτόν...αυτά σκεφτόταν και είχε φτάσει πια στο λιμάνι...
Εκεί που ήθελε να τερματίσει...όχι  το τρέξιμο της μα  την ζωή της...Κάθισε στην προκυμαία με τα πόδια μέσα στο νερό...άρχισε να κλαίει και να σκέφτεται...το τηλέφωνό της χτυπούσε συνέχεια..σημασία δεν έδινε..κάποια στιγμή είδε πως αυτή που την καλούσε δεν ήταν άλλη από την μικρή της κόρη...που είχε ακούσει  τον καυγά.... τώρα θυμήθηκε πως την άκουσε κάποια στιγμή να την φωνάζει να γυρίσει πίσω...
  Καινούρια δάκρυα έτρεξαν στα μάγουλα της και έπεσαν μέσα στην θάλασσα...σταγόνες αλμυρές...που έσμιξαν με αυτές της θάλασσας και χάθηκαν...όπως θα χανόταν σε λίγο και εκείνη... αποφασιστικά πήρε το τηλέφωνο στο χέρι της και πήρε την άλλη μαμά του παιδιού της -την πνευματική, η οποία γνώριζε την κατάσταση της-  και της εξιστόρησε τα κεθέκαστα και  τι σκοπεύει να κάνει...
 "έλα να με βρεις εδώ...θα σου φτιάξω ένα χαρτί που θα λέει πως ότι έχω τα αφήνω στο παιδί μου...να το πάρεις μαζί σου το παιδί, να το προσέχεις και να το μεγαλώσεις σαν δικό σου...μην το αφήσεις στους λύκους...θα το φάνε...θα του κάνουν πλύση εγκεφάλου και θα με μισήσει...θα του πουν πως ήμουν τρελή...δεν το θέλω αυτό...θέλω να θυμάται πως την αγαπούσα,την λάτρευα και θα την λατρεύω".
 Της απάντησε η κουμπάρα της: "περίμενε με...μην κάνεις καμιά τρέλα..σκέψου το παιδί σου...άσε με να έρθω πρώτα να μιλήσουμε...μετά θα κάνω ότι μου πεις..μα πάρε το παιδί τηλέφωνο...σε ζητάει και κλαίει...μια στιγμή να σε ακούσει...και έρχομαι να σε βρω στο μεταξύ."
 Το παιδί! 8 χρονών τότε...τι πέρασε και εκείνο...τι πέρασε και η κουμπάρα! το πήρε τηλέφωνο και το άκουσε να της λέει:
"μανούλα μου σε παρακαλώ,έλα για λίγο να σε δω και μετά φύγε....μόνο να σε δω να σε φιλήσω,να σε χαιρετήσω".
  Δεν ήξερε τι είχε αποφασίσει η μανούλα...νόμιζε πως μόνο έφυγε..πως τους εγκατέλειπε....όχι πως θα πέθαινε...η νονά της, της  το είπε...και ξανά  τηλέφωνο το παιδί να παρακαλά, να κλαίει, να οδύρεται, να ικετεύει για μια τελευταία αγκαλιά της μανούλας...αυτό το κλάμα του, αυτή η ικεσία του την έφερε πίσω στον πραγματικό κόσμο, την ώρα που ήταν έτοιμη να βουτήξει σε εκείνα τα γαλαζοπράσινα νερά...να την καταπιούν ολόκληρη....να χαθεί...να ελευθερώσει την ψυχή της, το σώμα της ,τους άλλους..να πάψει να πονά, να ματώνει...να μην είναι εμπόδιο στο δρόμο κανενός...οι περαστικοί την κοίταζαν περίεργα...δεν καταλάβαιναν τι κάνει εκεί...ένας μόνο ήρθε κοντά της και την ρώτησε:
  " είσαι καλά; μα εσύ κλαις!Τι έπαθες; τι σου συμβαίνει; θέλεις κάποια βοήθεια;" και έκανε να την πιάσει από το χέρι και να την τραβήξει μακριά...Τράβηξε με δύναμη το χέρι της πίσω, του έγνεψε όχι με το κεφάλι και σηκώθηκε όρθια...αυτός περίμενε εκεί...έφυγε μόλις την είδε να απομακρύνεται από την προκυμαία...το είχε κιόλας μετανοιώσει...πάντα πίσω έκανε...για  χάρη των άλλων...μια ζωή υποχωρήσεις θυμόταν να κάνει..
  Το τηλέφωνο χτύπησε πάλι...ήταν η κουμπάρα της που ήθελε να μάθει τι έγινε στο μεταξύ.."πάρε το παιδί και μίλησε του...να ηρεμήσει...πήγα σπίτι να το πάρω, μα με έβρισε  και με έδιωξε ο λεγάμενος...δεν με άφησε ούτε να το δω καλά-καλά..και εκείνο είχε κρεμαστεί επάνω μου κλαίγοντας,  δεν ήθελε να με αφήσει...αλλά ξέρεις πως είναι...δεν μπορούσε να του επιβληθεί το παιδί και εγώ για να μην οξύνω περισσότερο τα πράγματα, άφησα την δική μου κόρη εκεί και έφυγα...τι θα κάνεις τώρα; που θα πας;"
  "Στην αστυνομία" της είπε.."να κάνω μήνυση για βιοπραγία και απειλή κατά της ζωής μου...φοβάμαι να πάω σπίτι...να ενημερώσω να του κάνουν συστάσεις να μην με πλησιάσει ούτε σε απόσταση αναπνοής".
  Και αυτό έγινε...πήγε σπίτι της πιο ήρεμη πια και αγκάλιασε το παιδί της....το σπλάχνο της που παραλίγο να μην  το ξαναέβλεπε...ούτε και αυτό εκείνη....

Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2012

ΤΟ ΔΙΛΗΜΜΑ [σαν συνέχεια στην ομότιτλη ανάρτηση της φίλης Γιωργίας.την ευχαριστώ για την πρό(σ)κληση] από Θοδωρής Αργυρόπουλος την Τρίτη, 24 Ιανουάριος 2012 στις 12:31 μ.μ.


Την  άλλη μέρα η - αλήθεια όνομα δεν έχει;  ας την πούμε  Γλυκούλα - ξύπνησε το ίδιο αναποφάσιστη όπως είχε κοιμηθεί.. κουρασμένη, την είχε βρεί ο ύπνος...και δεν ξύπνησε. Την ξύπνησε το τηλέφωνο, την ώρα που κάθε πρωί ο τωρινός της σύντροφος συνήθιζε να της τηλεφωνεί...Απάντησε μ' ένα ναί και ένα χασμουρητό, που ο άλλος το εξέλαβε..σαν " Ωχ! πάλι εσύ...ή εσύ μου έλειπες"...βαριεστημένο και μαχμουρλίδικο...Έκανε πως δεν κατάλαβε και είπε.." Καλημέρα καλά είσαι;"..."Καλημέρα ..καλά..." η φωνή της όταν κάτι συνέβαινε έχανε τη ζεστασιά της..γινόταν μεταλλική..πρωί ήτανε ψύχρα, με το που τον ακούμπισε  πάγωσε σύγκορμος.  Κοντά ένα χρόνο τώρα ο " Γιώργος"  είχε ασκηθεί με το που την άκουγε να διερμηνεύει την ψυχική της κατάσταση. Αλλά πάλι  το μόνο που είπε ήταν " Χθες χάθηκες...δεν απαντούσες..Πού χάθηκες; ανησύχησα" ..."Μπά τίποτα μια βόλτα μέχρι τη θάλασσα...να ξεσκάσω"..και συνέχισε..".μου τηλεφώνησε ο Δημήτρης. Με θέλει πίσω...." . Ο Γιώργος εκτίμησε την ειλικρίνεια της και θύμωσε βουβά χωρίς να εκδηλωθεί...Ένα χρόνο μαζί της, τρόπος του λέγειν, από μακριά...Κάνοντας σούμα τις μέρες που ήταν κοντά της δεν μάζεψε περισσότερες από είκοσι...Τι να έλεγε...Μείνε μαζί μου;  Η σύγκριση ήταν συντριπτικά σε βάρος του...Ο άλλος ήταν εκεί..τρία,  πέντε λεπτά  πιο πέρα...Είπε μόνο " Μόνη πήγες τη βόλτα στη θάλασσα χθές;" σε μια φανέρωση ζήλειας που τον ξάφνιασε...ποτέ του, έλεγε, δεν ζήλευε...και το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης της άλλης ήταν αυτονόητο για τη δική του κουλτούρα.." Συγγνώμη" ,ψέλλισε, " ήταν λάθος μου που ρώτησα"..."ένα μόνο σου λέω...Ξέρω ότι δεν μπορώ να σου δώσω, όσα σου προσφέρει ο Δημήτρης.  Εσύ θ' αποφασίσεις τι θές...Είμαι υποχρεωμένος να το σεβαστώ...και να ξέρεις η αγκαλιά μου, η πόρτα της καρδιάς μου θα  είναι πάντα ανοιχτή για σένα. Θα ήθελα να μείνω μόνος"...Και έμεινε μόνος να σκέφτεται  τον σχεδόν ένα χρόνο που ήταν μαζί της..Με τον τρόπο  που ήτανε. Την αξιοσύνη της.Την αεικίνητη παρουσία της. Τη απίστευτη διορατικότητα να προβλέπει και να προλαμβάνει τα θέλω του. Το ακούραστο πήγαινε έλα της. Μέχρι τη στιγμή που χαμογέλασε τρυφερά , όταν ο νους του πήγε στις πυτζάμες που του άρεσε να φοράει..Πυτζάμες έλεγε τη γύμνια της...Επειδή κάθε που τύχαινε να βρεθούνε και να μείνουν μαζί ήθελε παντα να κοιμάται δίπλα του ολογυμνη.΄Ολόγυμνος κι αυτός να τον ποτίζει η μυρωδιά της, να τον σκεπάζει, λυρικό πανί η ίδια, στο ταξίδι τους...Με φιλιά τύλιγαν τα κορμιά τους και ταξίδευαν...Την τελευταί φορά , πως του ήρθε,  της είπε χωρίς λόγο σε στιγμή που δεν συνέτρεχε λόγος..." Κανείς δεν θα σε πάρει από μένα" σε μια έξαρση αγάπης και κτητικότητας που και πάλι δεν τον χαρακτήριζε...Σήκωσε το τηλέφωνο..."και τι του απάντησες του Δημήτρη;"..ρώτησε χωρίς γειά και .χωρις περιστροφές ..." Δεν απάντησα"..." Και πότε σκοπεύεις;"..."Δεν του όρισα χρόνο, μέρα, ώρα...θα σκεφτώ του είπα"..." Εντάξει...εμένα , όμως θα μου απάντήσεις τώρα...Σε θέλω και δεν θέλω να βασανίζομαι"...." Με θέλεις;...με θέλεις...  το λές κάθε φορά που νοιώθεις ότι με χάνεις...Θυμάσαι να πεις μ' αγαπάς κάθε φορά που σε παίρνω χαμπάρι ν' αλοιθωρίζεις αλλού...Εγώ σ' αγαπάω, αλλα νοιώθω δεν είσαι ο άντρας που εγώ θέλω..Καμιά σιγουριά..Περιφέρεις τη συναισθηματική σου ανωριμότητα και με κάνεις να αισθάνομαι πως μπορει να σε χάσω από στιγμή σε στιγμή...Ενώ ο Δημήτρης..."...και ξέσπασε σ' ένα φωναχτό μονόλογο η Γλυκούλα..." Ο Δημήτρης, λέει , μ' αγαπάει ακόμη..και πέντε χρόνια πού ήταν;..και με θυμήθηκε τώρα;...Που μπορεί καμιά να μην του κάτσε ή κι αν του κάτσε να μην ήθελε μαζί του να ζήσει; και με θέλει επειδή μ' αγαπάει ή επειδή αποζητάει τη βολή του;..Εγώ θέλω με όποιον είμαι να είναι μαζί μου επειδή μ' αγαπάει..Όχι να θέλει να συζήσει για να έχει τζάμπα νοικοκυρά..κια μήπως ξέρω αν τον αγαπάω εγώ;..Και η εγγυήτητα, η συμβίωση μπορει να εγγυηθεί  την ευτυχία;...Σ' ενα πέλαγος αβεβαιότητας  βρέθηκα και  έχω και σένα που θες απάντηση τώρα"..." Δεν με νοιάζει τι θα κάνεις με το Δημήτρη..εμένα πές  μου μόνο..θες να είσαι μαζί μου; Τώρα.."" Τώρα;...Σ'αγαπάω κωλόπαιδο""Πουτανίτσα...""Πως με είπες;" " Θού Κύριε φυλακή τω στόματί μου"Κι έτσι ο  Γιώργος έγινε Θ(ού) και κύριος ...που δεν ήτανε. ...ή  ήτανε;.. Ποτέ της δεν ήτανε σίγουρη....

Το δίλημμα! {συνέχεια}...


 Το πρωί την ξύπνησε  ο Γιώργος με το τηλέφωνο....μια συνήθεια του καθημερινή από τότε που ήταν μαζί.. είχε ακόμα εκείνο το αίσθημα του πόνου και του αδειάσματος στην ψυχή της....Εκείνος{ο Γιώργος} από το προηγούμενο βράδυ είχε μια ανησυχία,λες και καταλάβαινε τι της συμβαίνει και της το εκμυστηρεύτηκε εκείνο το πρωί....
 Την άκουσε και κάπως στο τηλέφωνο και ρώτησε να μάθει τι συμβαίνει..πάντα του ένιωθε όταν κάτι δεν πάει καλά...
δεν μπορούσε να του κρυφτεί..γιατί άλλωστε; τον αφορούσε στην τελική...εξ' άλλου  ήξερε για τον Δημήτρη..
του είπε τι έγινε και κατάλαβε από το ύφος της φωνής του πως είχε πειραχτεί,στεναχωρηθεί αν θες...δεν ήταν και λίγο γι'αυτόν να την χάσει από τον πρώην της...
 Όμως παρόλα αυτά της είπε πως κατανοεί την θέση της, την μονοξιά της και επειδή την αγαπάει πολύ την αφήνει να αποφασίσει μόνη της τι θα κάνει...θα σεβαστεί την απόφασή της, γιατί το ξέρει πως θα ήταν εγωιστικό από μέρους του, να την κρατήσει κοντά του,αφού ο ίδιος δεν μπορούσε να της προσφέρει εκτός από την αγάπη του ,την καθημερινή του παρουσία.
 Της επισήμανε δε, πως με πόνο ψυχής θα την άφηνε,αλλά μόνο αν εκείνη ήθελε να φύγει...μόνο να του το πει σύντομα ότι τον εγκαταλείπει, ή αν μείνει μαζί του...να μην τον σκοτώνει η αναμονή και η αγωνία.
Έκλεισαν το τηλέφωνο και εκείνη πήγε να φτιάξει καφέ...άρχισε να σκέφτεται τα χτεσινά γεγονότα, καθώς περίμενε να γίνει ο καφές της..άναψε τσιγάρο, κάθησε να απολαύσει τον καφέ της και άρχισε να τακτοποιεί στο μυαλό της τα γεγονότα....πάντα αυτό έκανε...τα έβαζε όλα σε μια σειρά και μετά μετρούσε τα υπέρ και τα κατά....στο τέλος ζύγιζε και αποφάσιζε...
 Έτσι και τώρα έβαλε τα γεγονότα κάτω και μέτρησε τα υπέρ και τα κατά του Δημήρη...σκέφτηκε άραγε την αγαπούσε ακόμα ή μήπως ήταν η εύκολή του λύση; Από την φύση της καχύποπτη,-ή ήταν από τα χαστούκια της ζωής;-δεν μπορούσε να πιστέψει ότι μετά από 3 χρόνια χωρισμού δεν είχε βρει κάποια να μείνει πιστός....
 Ή αν ήταν γιατί την σύγκρινε με τις άλλες και εκείνη υπερτερούσε σε πλεονεκτήματα και αισθήματα μέσα του.
Πολύ δύσκολο να πιστέψει το δεύτερο-είπαμε καχύποπτη όπως ο διάβολος- δεν ήθελε να επιστρέψει πίσω στα παλιά...Όταν έφευγε από κάτι ,έφευγε για πάντα...δεν είχε πισωγυρίσματα και ας το μετάνιωνε καμιά φορά...
 Από την άλλη ο Γιώργος, μπορεί να μην ήταν πάντα κοντά της ρεαλιστικά, μα ήταν κοντά της συναισθηματικά,ηθικά και πάντα έβρισκε τρόπους να της  επιβεβαιώσει ότι την αγαπούσε...πάντα έβρισκε την ευκαιρία να της τηλεφωνήσει,να μάθει τι κάνει,πως περνά και όταν την άκουγε πεσμένη ηθικά,πάντα την ανέβαζε με την γλυκιά του κουβέντα... 
 Τον ένιωθε δίπλα της και ας μην  ήταν μαζί της..ένιωθε να την αγαπάει, να την νοιάζεται και να καρδιοχτυπά από αγωνία μην την χάσει....της το έλεγε καθημερινά..το πρόβλημα της ήταν μόνο ότι δεν τον είχε δίπλα της καθημερινά, παρά μόνο σποραδικά...ναι περνούσαν όμορφα μαζί ,όταν βρίσκονταν,αλλά έφτανε μόνο αυτό γι'αυτήν; 
 Ωχ!! θεέ μου τι θα έκανε; μπορούσε να περάσει την υπόλοιπη ζωή της μόνο με "ψίχουλα" από τον Γιώργο; ή μήπως έπρεπε να γυρίσει στον Δημήτρη,  να έχει τουλάχιστον μια κοινή ζωή, μια συντροφικότητα και τα μοναχικά της βράδυα να αποκτήσουν χρώμα,παρέα, νόημα;
 Ναι σωστά όλα αυτά...μα έπρεπε να αναρωτηθεί αν αγαπούσε πλέον τον Δημήτρη,  αν μπορούσε να γυρίσει τον χρόνο πίσω και να νιώσει ότι ένιωθε πριν για εκείνον. Αν όταν θα την αγκάλιαζε, δεν θα σκεφτόταν τον Γιώργο.Πως μπορείς να θάψεις μια αγάπη ζωντανή; είναι σαν να θάβεις μια ζωή, έναν άνθρωπο...όχι αυτό δεν το μπορούσε... ήξερε πως στο τέλος δεν θα άντεχε, να την αγκαλιάζει άλλος και να σκέφτεται άλλον...δεν ήταν του χαρακτήρα της...
 Και αν στην πορεία καταλάβαινε πως ο Δημήτρης της ζητησε να γυρίσει πίσω μόνο και μόνο για τον εγωισμό του ή γιατί δεν είχε άλλη επιλογή; και αν εκείνη γύριζε πίσω ,θα ήταν σαν να παραδεχόταν πως δεν τον είχε ξεπεράσει....πως τον αγαπούσε ακόμα....τον είχε όμως...δεν τον αγαπούσε πια.... και εκείνος ίσως να "εκμεταλλευόταν" αυτή την "αδυναμία" της και τότε ο εγωισμός της, επαναστάτησε...
 Η απόφαση για εκείνη είχε παρθεί.Θα έμενε με τον Γιώργο και με όποιες συνέπειες για εκείνη...άλλωστε την μοναξιά είχε αρχίσει να την συνηθίζει...δεν ήταν πια κοριτσάκι να πειραματίζεται σε νέες καταστάσεις .Τέλος στον Γιώργο θα έμενε...
Του τηλεφώνησε να του πει την απόφασή της. Την άκουσε με κομμένη ανάσα...εκείνος{ο Γιώργος}ακουγόταν πολύ χάλια...η πρώτη του κουβέντα μόλις την άκουσε ήταν: "πες το μου μια και έξω,μην με βασανίσεις περισσότερο, δεν το αντέχω..σ'αγαπάω που να πάρει και δεν θέλω να σε χάσω, μα αν εσύ έτσι αποφάσισες πες το μου χωρίς προλόγους...μην προσπαθήσεις να μου "χρυσώσεις" το χάπι...μια ψυχή που είναι να βγει, ας βγει μια ώρα γρηγορότερα"...
"Ησύχασε" του είπε με γλυκιά φωνή "αγάπη μου και εγώ σε αγαπάω και θα μείνω μαζί σου"...δεν πρόλαβε να τελειώσει και τον άκουσε να αφήνει μια βαθιά αναπνοή  ανακούφισης και να της λέει χαρούμενος...
 " Μωρό μου σ'ευχαριστώ, σε αγαπάω πολύ...κόντεψα να τρελαθώ από αγωνία..δεν ήθελα να σκέφτομαι ότι σε χάνω, μα δεν μπορούσα να σταματήσω το μυαλό μου να το σκέφτεται και πέθαινα...μ'έκανες τον πιο ευτυχισμένο άνθρωπο πάνω στη γη...δεν είχα μυαλό για δουλειά, η μέρα μου είχε χαλάσει και τώρα ....τώρα πετάω στα σύννεφα"...
  Το γέλιο του ήταν μεταδοτικό..γέλασε και εκείνη και αισθάνθηκε να της φεύγει ένα βάρος από μέσα της...ένα βάρος που της πλάκωνε την καρδιά μα και την ψυχή...τώρα αισθανόταν ανάλαφρη, σίγουρη για την αγάπη του Γιώργου και για την δική της ...σίγουρη πως έκανε την καλύτερη επιλογή για εκείνη...και όταν καμιά φορά αμφιβάλλει-συχνό φαινόμενο- φτάνει να τον ακούσει να της μιλά, να της λέει σ'αγαπώ και όλες οι αμφιβολλίες της πετούν από το παράθυρο..
 Τώρα θα μου πείτε: ε! και λοιπόν; τι; πάλι δικός της δεν θα είναι...πάλι "απών" από την καθημερινότητα της και  την ζωή της θα είναι...
Α! μα για να σας πω...Η ζωή είναι στιγμές...κάθε στιγμή μοναδική..και δεν γυρίζει πίσω...και τίποτα δεν κρατάει αιώνια...ζούμε λοιπόν την κάθε στιγμή, σαν να είναι η τελευταία...ζούμε το παρόν, το τώρα....την επόμενη στιγμή δεν ξέρουμε τι θα γίνει, ούτε στο κοντινό μας αύριο, ούτε το μέλλον μπορούμε να προβλέψουμε...

Ζήστε λοιπόν στιγμές! Μικρές χαρούμενες στιγμές...Βάλτε χρώμα και αγάπη στα όνειρά σας, στη ζωή σας...Ζήστε το τώρα.....

Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2012

Το δίλημμα!


 Ξύπνησε μ'εναν κόμπο στο στομάχι....σκέφτηκε το όνειρο που είδε...ποιο όνειρο δηλαδή; τον εφιάλτη πες καλύτερα.Ανακάθησε  στο κρεβάτι και έπιασε το κεφάλι της...προσπάθησε να χαλαρώσει...να ηρεμήσει...μάταια. Ούτε και ο καφές την βοήθησε να ηρεμήσει...και ο κόμπος μεγάλωνε...μεγάλωνε..κατάλαβε...η μέρα της μέχρι το βράδυ θα είχε χαλάσει.
 Προσπάθησε να μην σκέφτεται, ασχολήθηκε με τις δουλειές του σπιτιού,μαγείρεμα και τα υπόλοιπα,ελπίζοντας πως θα ξεχνιόταν....θα ξεχνούσε και τον εφιάλτη και το κακό προαίσθημα.
 Μα οι ώρες περνούσαν και τίποτα δεν άλλαξε στην διάθεσή της..αντίθετα χειροτέρεψε όταν χτύπησε το κινητό της και ήταν εκείνος. Ο Δημήτρης! Ο έρωτας της ζωής της!Αυτός που προτίμησε να τον χάσει επειδή της ζήτησε να συζήσουν. Τρία χρόνια ήταν μαζί.Την αγαπούσε και ήθελε  να ξυπνάνε μαζί, κάθε μέρα και όχι να βλέπονται  στα πεταχτά.Δεν το άντεχε...Ούτε και εκείνη το άντεχε, μα δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς.
 Εκείνη είχε ένα παιδί, που σε δυο χρόνια θα τελείωνε το Λύκειο και θα έφευγε πρώτα ο θεός για σπουδές. Τότε εκείνη  θα μπορούσε να πάει να μείνει μαζί του. Τώρα όχι.Το παιδί της ερχόταν πρώτο. Δεν ήθελε να περιμένει.Έτσι αποφάσισε να τον αφήσει και ας τον αγαπούσε.Ο Δημήτρης της έλεγε  να μην τον αφήσει... την αγαπούσε διάολε ...δεν το καταλάβαινε; Μα για εκείνη είχε προτεραιότητα το παιδί της.Έτσι χώρισαν.
  Μετά από τρία χρόνια χωρισμού της είχε τηλεφωνήσει δυο -τρεις φορές ζητώντας της να βγουν για καφέ και να τα ξαναβρούν.Μα εκείνη αρνιόταν πεισματικά. Και να τώρα που της τηλεφωνούσε πάλι. Ήθελε να της μιλήσει,  της είπε πως την σκέφτεται ακόμα,πως την αγαπάει και θέλει να ξανασμίξουν.  Την παρακαλούσε και η φωνή του ήταν βραχνή.Σίγουρα έκλαιγε.Έτσι της φάνηκε. Η καρδιά της σκίρτησε,λύγισε.δεν άντεχε να τον ακούει να την παρακαλά.
 Του είπε πως να την αφήσει να το σκεφτεί και θα του τηλεφωνούσε.Έκλεισε το τηλέφωνο και έπεσε σε μια καρέκλα σκεπτική. Μα το σπίτι δεν την χωρούσε.Πήρε το αυτοκίνητο και ξεκίνησε να πάει μια βόλτα μέχρι την παραλία, να κοιτάξει την θάλασσα και να ηρεμήσει,να σκεφτεί ψύχραιμα.Πάντα η θάλασσα την ηρεμούσε.Όταν αισθανόταν άσχημα, πήγαινε   μια βόλτα στην θάλασσα και γαλήνευε η ψυχή της,το μυαλό της.Μα πέρασε το λιμάνι και δεν  σταμάτησε...συνέχισε...όταν ξαφνικά σε μια στροφή επικίνδυνη άκουσε κορνάρισμα,  στρίγλισμα φρένων και φωνές κάποιου που έβριζε τις γυναίκες οδηγούς.
 Ήταν αρκετό για να την φέρει πίσω στην πραγματικότητα..τότε συνειδητοποίησε πως είχε ξεμακρύνει πολύ από την πόλη...ήταν στην επικίνδυνη στροφή πριν το ακρωτήρι. Το άλλο αυτοκίνητο που ερχόταν από την αντίθετη μεριά, είχε σταματήσει λίγα χιλιοστά πριν ακουμπήσει το δικό της.
 Ο οδηγός είχε βγει έξω και της φώναζε να πάει να πλύνει πιάτα σπίτι της και να μην παίρνει αυτοκίνητο και σκοτώσει κανέναν...Διάβολε ήταν καλή οδηγός...πως έγινε; ζήτησε συγνώμη, κούνησε το κεφάλι του ο άλλος οδηγός και έκανε όπισθεν να την αφήσει να περάσει, κοιτώντας την αγριεμμένα.
Τότε εκείνη κατάλαβε πως τόση ώρα οδηγούσε μηχανικά. Το μυαλό της ταξίδευε. Σταμάτησε λίγο πιο κάτω, εκεί που φάρδαινε λίγο ο δρόμος. Κοίταξε την θάλασσα, που έσκαγε αγριεμμένη  τα κύματα μέχρι το δρόμο.Σήμερα όμως δεν την ηρέμησε..έμοιαζε με την φουρτουνιασμένη της καρδιά, που χτυπούσε άγρια στο στήθος της,όπως τα κύματα την προκυμαία. Έσκυψε το κεφάλι της μέσα στα χέρια της και ξέσπασε σε λυγμούς...
 Δεν ξέρει πόση ώρα έμεινε εκεί, πόση ώρα έκλαιγε. Όταν στέρεψαν τα δάκρυά της, είχε ήδη σκοτεινιάσει.Έπρεπε να φύγει, να γυρίσει σπίτι. Μα δεν μπορούσε να φύγει. Δεν ένιωθε δυνατή.Άρχισε να σκέφτεται  τον άνδρα που ήταν τώρα κομμάτι της ζωής της.Σκεφτόταν αν θα μπορούσε να έχει ένα μέλλον μαζί του..Μα δεν το έβλεπε εφικτό.Από την άλλη σκεφτόταν και τον Δημήτρη που τώρα πια θα μπορούσε να τον έχει στην ζωή της, να είναι εκεί όποτε τον χρειαζόταν.Το δίλημμα μεγάλο. 
 Πάντα ένιωθε μόνη.Ήξερε πως μόνη θα καταλήξει.Ακόμη και ο άνθρωπος που έλεγε πως την αγαπούσε τώρα, στο τέλος μόνη θα την άφηνε.Το ήξερε,το ένιωθε,το έβλεπε.Ποτέ δεν ήταν εκεί όταν  ήθελε έναν ώμο να κλάψει,μια αγκαλιά να την παρηγορήσει,ένα χάδι να την ηρεμήσει, ένα φιλί να την γλυκάνει, μια λέξη του να την κάνει να νιώσει δυνατή πάλι.
 Βρέθηκε να κάνει τον δρόμο της επιστροφής πάλι χαμένη στις σκέψεις της και χωρίς να έχει αποφασίσει τι πρέπει να κάνει..Επιτέλους έφτασε σπίτι.Με  βήματα που  σέρνονταν  μπήκε μέσα,άναψε τα φώτα και στάθηκε να το κοιτάζει...Ένα έρημο σπίτι.   Μοναδικός κάτοικος εκείνη.Η ερημιά του της χτύπησε άσχημα.Σκέφτηκε αν τότε δεν είχε πάρει την απόφαση να τον χωρίσει, σήμερα ίσως να ζούσαν μαζί.Να μην ήταν μόνη.
 "Αχ! βρε Δημήτρη,γιατί;γιατί δεν έκανες λίγο υπομονή; γιατί δεν μου έδωσες τον χρόνο που σου ζήτησα; ήσουν ξεκάθαρος μαζί μου δεν λέω,μα ήταν ανάγκη να μου βάλεις εκείνον τον όρο; Να μου πεις ή έρχεσαι να μείνεις μαζί μου ή χωρίζουμε;Αφού ήξερες πως δεν μπορούσα, το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.Ήξερες τον λόγο,έλεγες πως τον κατανοείς.Αλλά γιατί επέμενες τόσο; Να αν έκανες υπομονή σήμερα θα είμαστε μαζί."
 Το μυαλό της είχε θολώσει.Δεν ήξερε ποια απόφαση να πάρει...Να γυρίσει πίσω στον Δημήτρη,ή να μείνει με τον τωρινό της σύντροφο; Ο Δημήτρης από την μια θα ήταν πάντα δίπλα της,κοντά της,παρέα της μέρα και νύχτα, ο Γιώργος όμως όχι...Τον Γιώργο θα τον έβλεπε μόνο σποραδικά, όταν θα μπορούσε να ξεκλέψει χρόνο από την οικογένειά του.Είναι βλέπεις παντρεμένος..Μην ρωτάτε πως έμπλεξε μαζί του... ο έρωτας τυφλώνει...και τον Γιώργο τον είχε στο μεταξύ αγαπήσει. Πολύ αργά να κάνει πίσω πια.Ή μήπως δεν ήταν;
 Το κεφάλι της άρχισε να πονά..Ήπιε δυο depon και έπεσε στο κρεβάτι της, να κλείσει τα μάτια της και να της περάσει η ημικρανία.Δεν κατάλαβε πότε την πήρε ο ύπνος...Η απόφαση της τι θα κάνει αναβλήθηκε άθελα της για την άλλη μέρα.....


                                                                                                                                  Συνεχίζεται......


                                                  Κάθε ομοιότητα με πραγματικά πρόσωπα και γεγονότα είναι  τελείως συμπτωματική....

Σάββατο 21 Ιανουαρίου 2012

Φοβάμαι εμένα....

Είσαι εκεί..είμαι εδώ...
είσαι παντού....
δεν είμαι πουθενά...

αέρας εγώ...εσύ στεριά...
θέλω να 'ρθω...
μα δεν μπορώ...

φοβάμαι το φως...
φοβάμαι εμένα...

Σάββατο 14 Ιανουαρίου 2012

"Ουδείς ασφαλέστερος εχθρός του ευεργετηθέντος"


Όταν η αχαριστία δεν έχει όρια,
και η ευγνωμοσύνη
και αναγνώριση 
είναι λέξεις άγνωστες σε σένα,
όταν επαληθεύεις το σοφό ρητό:
 "ουδείς ασφαλέστερος εχθρός 
του ευεργετηθέντος",
εγώ τι να πω;
σωπαίνω και θλίβομαι...
κάποτε κατηγορούσα εμένα ,
ότι δεν έκανα σωστή δουλειά,
μα τώρα ανακαλύπτω
πως είναι θέμα γονιδίων
και που φυσικά δεν
κληρονομήθηκαν 
από εμένα....
εύχομαι μόνο να μην είναι αργά
όταν  θα νιώσεις τον ίδιο πόνο με μένα,
όταν θα ζητάς συγνώμη να εύχεσαι 
να ζω για να μπορώ να στην δώσω...
αλλιώς θα βασανίζεσαι στην κόλαση,
της εδώ ζωής μα και της άλλης...