Τετάρτη 28 Μαρτίου 2012

Ένα όνειρο!:


 Εκείνο το όνειρο την είχε επηρεάσει πολύ...ξύπνησε με ένα αίσθημα πόνου....όχι στο σώμα...στην ψυχή...λένε πως τα όνειρα της Κυριακής βγαίνουν μέχρι το  μεσημέρι...και το δικό της βγήκε ...λίγο πριν το μεσημέρι ακριβώς...
   Το τηλέφωνό της χτύπησε...ήταν η Ελένη η φίλη της....ήθελε  να την δει...ήταν λέει σοβαρό...και πήγε..και εκεί ανάμεσα στον καφέ και στα αστεία, της πέταξε την βόμβα...ο άντρας που αγαπούσε η Μαρία, ο Αλέξης,  είχε κλείσει ραντεβού στην Ελένη,  σ'ένα ξενοδοχείο μακριά ...περίπου δυο ώρες από την πόλη τους...Η Μαρία  ρώτησε πως έγινε...και η Ελένη της είπε πως την φλέρταρε μέρες τώρα... της έκλεισε ένα ραντεβού να βρεθούνε...όχι πως δεν της άρεσε αυτό της Ελένης...έπαιζε και  εκείνη μαζί του...την γοήτευε που ξελόγιαζε τον άντρα της φίλης της -φίλη να σου πετύχει κατά τα άλλα- αλλά  ήθελε να της το πει να ξέρει με τι άντρα είχε μπλέξει...Τάχα για το καλό της, αλλά μάλλον από την ζήλεια  ήταν και την κακία της...
 Την ρώτησε αν θα πάει στο ραντεβού τους και  εκείνη είπε πως σιγά μην ξενιτευτεί, εννοώντας βέβαια να μην κάνει τόσο μακρινό ταξίδι για έναν άντρα...άλλωστε δεν ήταν αυτός ο σκοπός της...της πρότεινε λοιπόν να πάει
η Μαρία στο ραντεβού, αντί για εκείνη και να τον ξεσκεπάσει...Η Μαρία διέκρινε ένα είδος ικανοποίησης στο πρόσωπο της Ελένης, καθώς της εξιστορούσε τα καθέκαστα...
  Έφυγε από το καφέ αναστατωμένη...δεν πίστευε στ' αυτιά της...η ψυχή της πονούσε φριχτά, η καρδιά της μάτωνε....ο Αλέξης της, ο άντρας που αγαπούσε καιρό τώρα να της φερθεί έτσι; δεν το χωρούσε το μυαλό της...το κεφάλι της είχε αρχίσει να την πονά ...μέχρι να γυρίσει σπίτι της το είχε αποφασίσει...το ραντεβού ήταν για το ίδιο βράδυ στις 9...θα περίμενε την Ελένη στο ξενοδοχείο...θα ρωτούσε στη ρεσεψιόν και θα της έλεγαν σε ποιο δωμάτιο να πάει..θα είχε ενημερώσει την ρεσεψιόν και θα την περίμενε στο δωμάτιο που είχε κλείσει για εκείνη την βραδιά...
  Απόφάσισε να πάει ....να δει αν ήταν αλήθεια  όσα της είπε η Ελένη...χαλάλι τα χιλιόμετρα, χαλάλι το ξενύχτι...την αλήθεια έψαχνε και  θα την έβρισκε...είτε υπέρ της είτε κατά της...ξεκίνησε με το αυτοκίνητο της και κατά τις 9 το βράδυ έφτασε στο ξενοδοχείο που ήταν το ραντεβού...με την αγωνία να την τρώει και με μια  υποψία πως μάλλον την δούλεψε η φίλη της... έφτασε στη ρεσεψιόν και ζήτησε το όνομα του...Θεέ μου τι πόνος ήταν αυτός; εκείνος της είχε πει πως θα ήταν με τους δικούς του σε κάποα γιορτή...όμως ο ρεσεψιονίστ της επιβεβαίωσε τους φόβους της...της είπε το δωμάτιο και ανέβηκε με τα δάκρυα έτοιμα να κυλήσουν στο πρόσωπό της...μόλις  τον είχε ενημερώσει πως η επίσκεψη που περίμενε ήταν ήδη εκεί... 
  Βγαίνοντας από το ασανσέρ κατευθύνθηκε στο δωμάτιο του, ενώ τα πόδια της έτρεμαν ...νόμιζε πως θα λιποθυμήσει....κοντοστάθηκε μπροστά στην μισάνοιχτη πόρτα βάζοντας το χέρι της στο μέρος της καρδιάς της ,να ηρεμήσει τους παλμούς της..πήρε μια βαθιά ανάσα και αποφασιστικά,  χωρίς να χτυπήσει άνοιξε την πόρτα και μπήκε...τον βρήκε ολόγυμνο στο κρεβάτι να περιμένει την Ελένη...το χαμόγελο ευτυχίας από τα χείλη του έσβησε μόλις την είδε...έχασε τα λόγια του...προσπάθησε να σκεπαστεί με το σεντόνι μα σταμάτησε...δεν ήξερε τι είχε συμβεί και πως αντί για την Ελένη που περίμενε βρέθηκε εκεί η Μαρία...
Τα δάκρυα της έτρεξαν πια ελεύθερα...το μόνο που είπε ήταν "γιατί; γιατί μου το έκανες αυτό;" το μόνο που κατάφερε να ψελλίσει ο Αλέξης ήταν μόνο, "πως βρέθηκες εδώ;"...του εξήγησε ανάμεσα σε αναφιλητά με λίγα λόγια...έπειτα γύρισε και έφυγε τρέχοντας χωρίς να περιμένει εξηγήσεις...τι να της έλεγε δηλαδή;
  Άκουσε πίσω της τον Αλέξη να  της φωνάζει  να περιμένει...δεν άκουγε τίποτα...κουτρουβάλησε τις σκάλες...δεν είχε υπομονή να περιμένει το ασανσέρ..μέχρι εκείνος να φορέσει ένα παντελόνι και να τρέξει πίσω της εκείνη είχε ήδη μπει στο αυτοκίνητο και έφευγε...μόλις ήταν σίγουρη πως δεν την ακολουθούσε, σταμάτησε σε μια άκρη και έκλαψε πικρά...μόλις ξέσπασε και ηρέμησε, πήρε τον δρόμο της επιστροφής μέσα στην νύχτα...ένιωθε πως μόλις είχε πεθάνει...
  Ήξερε πως ο Αλέξης ήταν ανώριμος και πως φλέρταρε με πολλές, μα πάντα της έλεγε πως το έκανε μέσα στα πλαίσια της πλάκας...όχι τίποτα σοβαρό...και πάντα τον πίστευε...μα τώρα ήξερε πως την κορόϊδευε... σκεφτόταν πως της τα έλεγε αλλιώς πριν αυτός...πως τάχα  η φίλη της του τα έριξε...και πως εκείνος δεν την ήθελε..τότε πως της έκλεισε ραντεβού;
  Άκουγε το τηλέφωνο να χτυπάει μα δεν το σήκωσε...εκνευρισμένη και πληγωμένη,  απενεργοποίησε το τηλέφωνο...δεν μπορούσε να του μιλήσει...δεν ήθελε να τον ακούσει..Θα της έλεγε:
"Ξέρεις αγάπη μου δεν είναι αυτό που νόμισες;"μια ατάκα χιλιοειπωμένη....όχι δεν το άντεχε...αποφάσισε να μην σηκώσει ποτέ το τηλέφωνο..να αλλάξει μέχρι και αριθμό..και να προχωρήσει την ζωή της...να τον ξεχάσει....
  Το ξημέρωμα την βρήκε να κοιμάται στο τιμόνι επάνω...είχε αποκοιμηθεί χωρίς να καταλαβαίνει το πως...το τηλέφωνο που χτύπησε  την ξάφνιασε...αφού το είχε κλείσει...πως χτυπούσε; το πήρε στα χέρια της...
  Ήταν ο Αλέξης και η ώρα ήταν 7 το πρωί...η συνηθισμένη ώρα που της τηλεφωνούσε...χαμογέλασε ανακουφισμένη...είχε αποκοιμηθεί μετά από ένα πολύωρο και κοπιαστικό επαγγελματικό ταξίδι στη μέση του πουθενά...όλα ήταν ένα όνειρο τελικά...έσπευσε να του απαντήσει.."Καλημέρα αγάπη μου " του είπε..με πήρε ο ύπνος στο δρόμο και αν σου πω τι όνειρο είδα θα γελάσεις...και άρχισε την εξιστόρηση βάζοντας εμπρός το αυτοκίνητο....έπρεπε να γυρίσει σπίτι της...κοντά του....στην αγκαλιά του...στην σιγουριά του...

Δευτέρα 19 Μαρτίου 2012

Έγινε το όνειρο βροχή!


Της Κυριακής το όνειρο
της αγκαλιάς σου στρώμα
με ξύπνησε η μοναξιά
και εσύ κοιμάσαι ακόμα...

Το όνειρο τ'αλλαργηνό
των αστεριών η λάμψη
με τύφλωσαν αγάπη μου
έχω για σένα κλάψει...

Στο στήθος μου έχω φωτιά
και στην καρδιά αγάπη
στα μάτια έχω δάκρια 
και στην ψυχή απάτη..

Είναι ο πόνος μαχαιριά
και το νερό φαρμάκι
εσύ νομίζεις μάτια μου
δεν σφάζει το μπαμπάκι...

Το τέλος μας είναι κοντά 
το βλέπω και το νιώθω
κάθε σου ψέμα μια πληγή
είπες δεν θα σε προδώσω..

Σαν το πουλάκι πέταξες
φωλιές άλλες  να χτίσεις
και άλλες αγκαλιές
με πίκρα να ποτίσεις...

Έγινε το όνειρο βροχή
η αγκαλιά σου χώμα
και η δική μου μοναξιά
μοναδικό μου στρώμα...

Κυριακή 11 Μαρτίου 2012

Είπα....



Είπα ν'αλλάξω πρόσωπο
μια μάσκα να φορέσω..

Τον χτύπο της καρδιάς 
αλλιώς να τον ρυθμίσω..

Και του μυαλού μου 
τις φωνές να κλείσω..

Ανασφάλειες πολλές 
φόβους για να σβήσω..

Η μοναξιά  δεν βοηθά
την πίκρα μου να πνίξω...

Σε αγαπώ τρελλά
πως να το νικήσω;

Παρασκευή 2 Μαρτίου 2012

Δέκα μέρες ...Μαζί σου!!!





  Εκείνες τις μέρες του Δεκέμβρη βρεθήκαμε στο χωριό σου...ήταν η εποχή της συγκομιδής των ελιών..
Θα σε βοηθούσα να τις μαζέψεις...Φτάσαμε στο χωριό κατά το μεσημεράκι μιας πολύ χειμωνιάτικης Δευτέρας  αν θυμάμαι καλά...
Ανάψαμε το τζάκι ...η παγωνιά ήταν αισθητή...είχε μείνει βλέπεις κλειστό για μέρες το σπίτι...από την τελευταία φορά που το είχαμε επισκεφτεί...που είχαμε μείνει μαζί...μια από τις σπάνιες φορές που περνούσαμε μέρα και νύχτα μαζί...και τώρα με την ευκαιρία  της συγκομιδής θα σε έβλεπα...θα κούρνιαζα στην αγκαλιά σου σαν σπουργιτάκι...και εσύ θα έκλεινες τα χέρια σου και θα με κρατούσες στην φωλιά σου...θα είμαστε δέκα μέρες και νύχτες μαζί!
  Θα μαζεύαμε  τον καρπό, αλλά  εγώ θα μάζευα και αναμνήσεις για τις υπόλοιπες μέρες της μοναξιάς μου...όταν εσύ θα γύριζες πίσω στις υποχρεώσεις σου και εγώ στις δικές μου...αυτές θα μου κρατούσαν συντροφιά...πόσο μου είχες λείψει!αχ! να'ξερες πόσο!
Δεν περιμέναμε να ζεστάνει  το σπίτι...με αγκάλιασες και  μου είπες πόσο σου είχα λείψει...και εκεί μπροστά στο τζάκι  με μάρτυρα τις φλόγες, μου το έδειξες ...Η αγκαλιά σου ζεστή  όπως πάντα.Τα χάδια σου και τα φιλιά σου τρυφερά..ήξερα πως την επόμενη μέρα τα χείλη μου θα έδειχναν τα σημάδια εκείνης της βραδυάς. 
  Μα δεν με ένοιαζε...ήσουν μαζί μου..αυτό μετρούσε εκείνη την στιγμή..Η νύχτα που ακολούθησε ήταν καυτή.....με κρατούσες αγκαλιά όλο το βράδυ...ήξερες πως μου άρεσε....να ακουμπώ το κεφάλι μου στο στήθος σου και να αποκοιμιέμαι....με το στόμα σου πάνω στα μαλλιά μου, ψιθιρίζοντας μου λόγια τρυφερά, λόγια αγάπης...και εγώ να σφίγγομαι επάνω σου, πετώντας μακριά,  όλες μου τις αμφιβολλίες που  "απειλούσαν"  κάθε φορά που ήσουν  μακριά μου, να με "πνίξουν"....πάντα ένιωθα σιγουριά και ασφάλεια μέσα της...είσαι το απάνεμο λιμάνι μου...είσαι το άστρο που με φωτίζει κάθε φορά που συναντιόμαστε...μόλις φεύγεις όλα σκοτεινιάζουν...ακόμα και ο ήλιος χάνει την λάμψη του...
  Το επόμενο πρωί σηκωθήκαμε λες και είχαμε κοιμηθεί ώρες...έφτιαξα το πρωινό μας, ετοίμασα το φαγητό που θα παίρναμε μαζί μας....Θα τρώγαμε στο κτήμα...κάτω από τις ελιές....  το κρύο έξω εξακολουθούσε να είναι τσουχτερό..δεν μας ένοιαζε καθόλου...ετοιμαστήκαμε και ξεκινήσαμε αφού είχαμε φορτώσει  τα χρειαζούμενα γι'αυτή τη δουλειά...την διαδρομή σπίτι- κτήμα και το ανάποδο την κάναμε τρεις φορές μέχρι να πάμε όλα τα δίχτυα και τα εργαλεία για το μάζεμα..όταν ολοκληρώσαμε αρχίσαμε να στρώνουμε ρίζα - ρίζα τις ελιές...θυμάσαι;
  Κάθε φορά που ακουμπούσαν  τα χέρια μας ξετυλίγοντας τα δίχτυα, μου έσφιγγες το χέρι και μου έδινες και ένα φιλί...πιο ερωτικό μάζεμα ελιών δεν είχα ξανακάνει...σε λάτρεψα από την αρχή ξανά...μέχρι να στρώσουμε τις ελιές είχε φτάσει μεσημέρι...ζήτησες να φάμε....και φάγαμε κάτω από μια ρίζα,  ήπιαμε και από το υπέροχο κρασί σου..μου μιλούσες κατά την διάρκεια του φαγητού...μου έλεγες πόσο υπέροχα ένιωθες που με είχες κοντά σου...πως ήταν η πρώτη φορά που μάζευες καρπό με κάποιον δικό σου...πάντα ήσουν μόνος έλεγες...με συγκίνησες που  μ' ένιωθες δικό σου άνθρωπο...και είχες συγκινηθεί και εσύ...θυμάσαι; 
 Μετά το φαγητό αρχίσαμε την συγκομιδή...ρίξαμε αρκετές ρίζες...δεν καταλάβαμε πότε πέρασε η ώρα...είχε αρχίσει να σουρουπώνει, όταν το συνειδητοποιήσαμε...εκείνη η μέρα πέρασε σχετικά γρήγορα...όπως και οι επόμενες...κούραση δεν νιώθαμε....τέσσερις  μέρες μαζεύαμε οι δυό μας ένα τεράστιο κτήμα...και κάθε φορά τρώγαμε σε μια ελιά από κάτω...πάντα με επιδόρπιο ένα σου φιλί...ένα σου χάδι...μια γλυκιά σου κουβέντα...μια αγκαλιά...εκεί κάτω από τα δένδρα που αγαπούσες...στην γη που λάτρευες και ένιωθες πως γύριζες πίσω στα παιδικά σου χρόνια...θυμάσαι;
  Την πέμπτη  μέρα πήγαμε παρόλο που η Ε.Μ.Υ. είχε προβλέψει βροχές...μας έπιασε η μπόρα και τρέξαμε στο αυτοκίνητο...όχι όμως πριν μας προλάβει η βροχή...γίναμε θυμάμαι μούσκεμα...περιμέναμε μέσα στο αυτοκίνητο μήπως και σταματήσει, πίνοντας ζεστό καφέ και τρώγοντας κουλουράκια...ζεσταινόμαστε από τα φιλιά  και τις αγκαλιές μας...από την αγάπη μας...δεν αισθανόμαστε το κρύο...πολύ περισσότερο δε τα μουσκεμένα μας ρούχα....θυμάσαι;
  Εγώ πάλι θυμάμαι πως εκείνη την ημέρα  μουσκευτήκαμε από την βροχή πολλές φορές, αφού μόλις σταματούσε η βροχή ,εμείς ξεκινούσαμε πάλι για δουλειά...βλέπεις δεν είχες πολλές μέρες άδεια από την δουλειά σου...και η κάθε στιγμή μετρούσε...για μένα και το κάθε δευτερόλεπτο...αλλά για άλλο λόγο...ήξερα πως κάθε μέρα που περνούσε, κάθε λεπτό έφερνε κοντύτερα την μέρα που εμείς θα χωρίζαμε ξανά...μέχρι την επόμενη ευκαιρία μας...προσπαθούσα να μην στο δείχνω....όμως μέσα μου έκλαιγα...παρακαλούσα  να σταματήσει ο χρόνος εκεί...να παγώσει όπως ο καιρός...για να σ'έχω ακόμα λίγο...όμως ο χρόνος είναι αμείλικτος και πάει μόνο μπροστά...ποτέ πίσω...ποτέ δεν σταματά...
  Όταν είδαμε πως η βροχή δεν σταματούσε αποφασίασαμε να φύγουμε...πήγαμε στο σπίτι- αυτό το σπίτι που ήταν για μένα σπίτι μου ουσιαστικά, μα και συναισθηματικά...το είχα ντύσει με φροντίδα, μεράκι και αγάπη...το είχα αγαπήσει... και το αγαπώ ακόμα...ήξερα πως ήταν η ερωτική μας φωλιά...εκεί που ζούσαμε σαν αντρόγυνο...εσύ μου το είπες αυτό...θυμάσαι;
  Ότι με ένιωθες γυναίκα σου...και πως σου άρεσε αυτή η αίσθηση...κάναμε καυτό μπάνιο να ζεσταθούμε και καθήσαμε κοντά στο τζάκι...αρχίσαμε να μιλάμε και να γελάμε με το πάθημα μας...έξω η βροχή έπεφτε ασταμάτητα....ήταν σχετικά νωρίς...σου ζήτησα να καλέσουμε τους κοινούς μας φίλους να φάμε μαζί το βράδυ...να τους δούμε και να  μας δουν...
  Με ρώτησες αν αισθανόμουν κουρασμένη...σου είπα θα ξεκουραστώ μαγειρεύοντας για όλους μας...ήταν χαρά μου να περιποιούμε  τους φίλους σου, που είχαν γίνει και δικοί μου στο μεταξύ...συμφώνησες...τους κάλεσες...και ήρθαν...φάγαμε και ήπιαμε...γελάσαμε με πειράγματα και αστεία...ήταν μια τέλεια βραδυά...μόλις έφυγαν οι φίλοι μας η ζεστασιά της βραδιάς συνεχίστηκε μέσα στην αγκαλιά σου...έτσι όπως εσύ ήξερες να με ζεσταίνεις...μιλούσαμε για όλα...για τις μέρες που δεν βλεπόμαστε και πόσο μας στοίχιζε...για την αγάπη μας που κάθε μέρα γινόταν και πιο δυνατή...για το πόσο είχαμε λείψει ο ένας στον άλλον...πόσο μόνος ένιωθες μακριά μου..πόσο μόνη ενιωθα μακριά σου... και ύστερα χορτασμένοι από την αγάπη μας,  ευτυχισμένοι, αποκοιμιθήκαμε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου...θυμάσαι;
  Το επόμενο πρωί έβρεχε καταρρακτωδώς πάλι...δεν βγήκαμε καθόλου έξω..περάσαμε όλη σχεδόν την μέρα αγκαλιά...πότε στο τζάκι μπροστά, πότε στο κρεβάτι...ακούγαμε την βροχή απ' έξω και γελούσαμε...ταίζαμε ό ένας τον άλλον...χαιρόμαστε...η πιο ερωτική ατμόσφαιρα ...ένα όνειρο....
  Η επόμενη ήταν μια όμορφη μέρα...πήγαμε πάλι στο κτήμα...ήταν όλα μούσκεμα και λασπωμένα...βάλαμε τις ελιές στα σακιά και τις φορτώσαμε στο τρακτέρ να τις πάμε στο εργοστάσιο...τις πήγες με φίλους και εγώ έμεινα πίσω να μαζέψω τα πράγματα, ώστε να είναι έτοιμα για φόρτωμα το επόμενο πρωί...
  Δεν ήθελες να με αφήσεις μόνη και έφερες πολλές αντιρρήσεις.. θα νύχτωνε σε λίγη ώρα και εσύ δεν  προλάβαινες να πας στο ελαιοτριβείο και να γυρίσεις να με πάρεις...ήξερες πως  έπρεπε να περπατήσω περίπου δυο χιλιόμετρα για να πάω σπίτι...παρόλα αυτά έφυγες ύστερα από επιμονή μου... αλλά όχι χωρίς να ανησυχείς...μου τηλεφωνούσες όλη την ώρα να δεις αν είμαι καλά...όταν γύρισες με μάλωσες...μου είπες πως άλλη φορά να σε ακούω και να μην το ξανακάνω...σε αγκάλιασα και σου έδωσα πολλά γλυκά φιλιά γελώντας...ήταν ο τρόπος μου να σε κατευνάσω...ήξερα την δύναμη του φιλιού μου επάνω σου..και όλα τα ξέχασες...και εγώ τον χρόνο , την κούραση...θυμάσαι;
  Μέχρι που χτύπησε το τηλέφωνο...ένας  από τους φίλους μας, μας κάλεσε να βγούμε για φαγητό έξω...όλη η παρέα μαζεύτηκε...θυμάμαι πήγαμε σε μια ταβέρνα....περάσαμε άλλη μια ευχάριστη βραδυά... με ανέκδοτα και πραγματικά αστεία γεγονότα που είχαν αφήσει εποχή στο χωριό... φύγαμε αργά...στο αυτοκίνητο έγειρα επάνω στον ώμο σου και σε πήρα αγκαλιά...έτσι όπως σου αρέσει να είμαι όταν ταξιδεύουμε μαζί...να αισθάνεσαι λες και να μυρίζεις το άρωμα του κορμιού μου...που το ένιωθες για μέρες μετά έλεγες...και εσύ με φιλούσες στα μαλλιά, στα μάτια... θυμάσαι;
  Το πρωί σηκωθήκαμε και πήγαμε να φέρουμε τα πράγματα από το κτήμα...πριν φύγουμε γύρισα και έριξα μια ματιά θλιμμένη...αποχαιρετούσα νοερά τον τόπο που περάσαμε μαζί αυτές τις μέρες...τις ελιές που εξαιτίας τους μας δώθηκε η ευκαιρία να βρεθούμε...
  Προσπάθησα πολύ να μην κλάψω...και τα κατάφερα...δεν ήθελα να δεις πως στεναχωριόμουν...δεν ήθελα να χαλάσω τις τελευταίες μας ώρες...ξεφορτώσαμε και πήγαμε να πάρουμε  το λάδι από το εργοστάσιο...Θυμάμαι με ένα νοσταλγικό χαμόγελο το στοίχημα που είχαμε βάλει ...στοιχηματίσαμε πόσα κιλά περίπου θα βγάλεις... εσύ είπες πολύ λιγότερα από μένα...όταν φτάσαμε σου είπαν τα κιλά τα οποία ήταν πολύ κοντά στις δικές μου προβλέψεις...κοιταχτήκαμε στα μάτια και γελάσαμε...είχες χαρεί αφάνταστα...θυμάσαι;
  Φεύγοντας σε φίλησα  και σου ευχήθηκα και του χρόνου...είδες και την δική μου χαρά και συγκινήθηκες, που χάρηκα με την χαρά σου..όταν γυρίσαμε  σπίτι, το τοποθετήσαμε στα βαρέλια...θυμάμαι έφτιαξα λουκουμάδες με το φρέσκο λάδι...με το μέλι στα χείλη σου ακόμα να στάζει,  έσκυψες και με φίλησες...ακόμα έχω την γλύκα εκείνου του φιλιού στο στόμα...εκείνες τις τελευταίες μας στιγμές τις ζω και τις ξαναζώ με την φαντασία μου, ακόμα και σήμερα....το πάθος με το οποίο αγαπηθήκαμε...σαν να ήταν η τελευταία μας φορά...και ήταν...για την χρονιά εκείνη...
  Η  θλίψη του αποχωρισμού μας έπιασε την επόμενη μέρα... όταν έπρεπε να φύγεις...το όνειρο είχε φτάσει  στο τέλος του...σταματούσε με το κλείσιμο της πόρτας του σπιτιού...πηγαίνοντας μας σε μια άλλη χρονική διάσταση...της σκληρής πραγματικότητας...άφηνα  πίσω μου ένα κομμάτι μου ...την μισή μου καρδιά...αυτή που θα περίμενε να ενωθεί ξανά σε ένα άλλο ταξίδι μας...
Τα μάτια μου έτσουξαν από κάποια δάκρυα που ήθελαν να κυλήσουν,  μα η περηφάνεια δεν τα άφηνε...ήσουν ήδη στο αυτοκίνητο και δεν τα είδες...πήρα μια βαθιά ανάσα και ήρθα να σε αποχαιρετήσω...με την υπόσχεση πως σύντονα θα ξαναβρεθούμε...ο χωρισμός δύσκολος ...μα αναπόφευκτος....
  Αναπολώ εκείνες τις μέρες κάθε φορά που βρέχει...ιδίως όταν είναι Δεκέμβρης...και  ένα χαμόγελο ευτυχίας φαίνεται στο πρόσωπό μου...μα στο τέλος μια πίκρα μου μένει... για μέρες που πέρασαν και ίσως δεν ξανάρθουν...για ένα όνειρο που έμεινε όνειρο...η μήπως ήταν;                  


Κάθε ομοιότητα με φυσικά πρόσωπα και γεγονότα είναι συμπτωματική.....